Σελίδες

11 Ιουλίου 2017

Το κελί του Αγίου Πορφυρίου στα Καυσοκαλύβια. Εκεί που άφησε την τελευταία του πνοή

…Τον καλεί ό Θεός δωδεκάχρονο στα άγια των αγίων της έρημου του Αγίου Όρους. Ενας θείος ερωτάς τον έλκει. Αστήρ μυστικός τον όδηγεί στον συγκεκριμενο γεροντα Παντελεήμονα, στην Καλΰβη του Αγίου Γεωργίου της Σκήτης των Καυσοκαλυβίων. Το Κυριάκο βρίσκεται κοντά, λίγο παρακάτω. Το ξεροκάλυβο του γερο-Δημα βρίσκεται λίγο παραπάνω.

Έκεί ζή. Ανοίγει τα μάτια του στον νεο κόσρο της ασκήσεως. Αναπνεει τον καθαρό αέρα της ερήμου. Όσφραίνεται τα μυρίπνοα άνθη του Παραδείσου.

Ό μικρός Ευάγγελος γνώρισε το άληθινό Αγιον Όρος καί μας το κοινοποίησε. Ως άγγελος καθαρός, τα δίδει όλα στον Χριστό καί δεχεται τη Χάρη.

Τρεφεται από την ευχή. Δεν χωρίζει την προσευχή από την εργασία. Κάνει υπακοή με” όλη του την καρδιά. Τρέχει σε όλα τα διακονήματα με προθυμία. Στενοχωριεται όταν δεν του φερωνται αυστηρά. Ριζώνει στη νεα γη της πνευματικής πολιτείας. Τρέφεται από το μυστήριο της ταπεινώσεως καί της αγάπης.

Του συμβαίνει το θαυμαστό γεγονός με τον γέρο-Δημα. Μεσα στον σκοτεινό νάρθηκα του Κυριάκου, όπου ό περιφρονημένος γέροντας κάνει μετάνοιες, βγάζει κραυγή δοξολογίας. Εκπέμπει τη λάμψη της Χάριτος. Καί παίρνει φωτιά ή εύφλεκτη ϋλη του μικρού ασκητή!



Εσωτερικό Ι.Ν.Αγ.Γεωργίου στα Καυσοκαλύβια

Ό μικρός μοναχός δεν δίδει σημασία στο χάρισμα, μόνο τρέμει σύγκορμος από τη συγκίνηση. Γεννάται μέσα του ή χαρά, ή εκπληξη, ή γνώση, ή θεολογία. Γεννάται μεσα του ό νέος άνθρωπος, με νέες αισθήσεις, χαρές καί εφέσεις. Βλέπει, ακούει καί όσφραίνεται διαφορετικά, Φουντώνει μέσα του ό θείος έρως.

«Οταν πλησίαζε το τέλος του, παρακαλούσε τον Θεό να τον αξίωση να τελείωση τη ζωή του στα Καυσοκαλύβια, εκεί πού γεννήθηκε πνευματικά. 

Ο γέροντας όμως παρακαλούσε τον Θεό να αφήσει την τελευταία του πνοή εκεί γνωρίζοντας ότι δεν θα είχε κατάλληλη ιατρική περίθαλψη. Έπασχε από καρκίνο, είχε προβλήματα καρδιάς, ήταν τυφλός αλλά δεν λύγιζε. Ήταν τόσο ευαίσθητη η υγεία του που ακόμα και το νερό που έπινε έπρεπε να είναι ειδικά επεξεργασμένο για να μην του προκαλεί μολύνσεις.

Στο κελί του δεν είχε ούτε ιατρικά μηχανήματα ούτε τα απαραίτητα φάρμακα και η πρόσβαση με το καράβι ήταν πολύ δύσκολη. Ακόμα και το φαγητό ήταν περιορισμένο.

Άντεξε όμως για δυο μήνες σ” αυτή την κατάσταση με τη χάρη του Θεού. Οποιοσδήποτε άλλος άνθρωπος θα θεωρούσε αυτοκτονία να βρίσκεται σε αυτή την κατάσταση σε ένα απομονωμένο κελί του Αγίου Όρους. Για τον γέροντα όμως ήταν επιλογή και ευλογία» αναφέρει ο π. Γεώργιος.

Εκείνους τους δυο τελευταίους μήνες της ζωής του (το 1991) τον διακονούσαν πέντε μοναχοί. Η πιο ωραία στιγμή ήταν όταν το βράδυ τους καλούσε για να τους μιλήσει. Εκεί τους προετοίμαζε για να αντιμετωπίσουν όλες τις δυσκολίες της ζωής.

Ο π. Γεώργιος είχε αναλάβει να ψαρεύει για να εξασφαλίζεται η τροφή. Πολλές φορές όμως δεν τα κατάφερνε και ο γέροντας έμενε χωρίς φαγητό.

«Ο γέροντας μπορούσε να σου πει ακόμα και σε ποια σημεία της θάλασσας υπήρχαν ψάρια και όχι μόνο. Μια μέρα μου είπε να πάω σε ένα συγκεκριμένο σημείο για να μαζέψω σαλιγκάρια. Εγώ απόρησα γιατί ήξερα ότι εκεί δεν υπήρχαν σαλιγκάρια αλλά τελικά ο γέροντας είχε δίκαιο. Πήγα εκεί που μου υπέδειξε και μάζεψα εκατοντάδες! Ο γέροντας όχι μόνο τα είχε δει αλλά επιστρέφοντας μου είπε ότι είχα γλιστρήσει στο δρόμο και ότι κάποια στιγμή βαρέθηκα να τα μαζεύω και έφυγα. Καταλαβαίνετε λοιπόν την έκπληξή μου. Ένιωθα ότι είχα δίπλα μου την προστασία αυτή της θείας παρουσίας» λέει ο π. Γεώργιος.

Τους τελευταίους δυο μήνες λίγοι γνώριζαν ότι ο γέροντας είχε επιστρέψει στα Καυσοκαλύβια γι” αυτό και οι επισκέπτες ήταν ελάχιστοι. Όσο περνούσαν οι μέρες ήξερε ότι πλησίαζε το τέλος. Τις τελευταίες 10 μέρες δεν έτρωγε καθόλου. Ο π. Γεώργιος δεν ήθελε να το πιστέψει και ήλπιζε σε ένα θαύμα, όμως ο γέροντας φρόντισε να τον προετοιμάσει.

«Με κάλεσε την τελευταία μέρα στις 2 Δεκεμβρίου 1991, ζήτησε να είμαι μόνος μου και μου είπε «παιδί μου να ρίξεις τα κοφίνια αύριο στη θάλασσα και όσα ψάρια πιάσεις να τα στείλεις στο Μοναστήρι μου στο Μήλεσι».

Ουσιαστικά μου είπε ότι από την επόμενη μέρα δε θα χρειάζεται πλέον να φροντίζω για την τροφή του και αντιλήφθηκα ότι ο γέροντας φεύγει …;» διηγείται με συγκίνηση ο π. Γεώργιος και συμπληρώνει: «Έπεσα τότε στο προσκέφαλό του, προσευχόμενος και σκεπτόμενος όλη την πορεία της ζωής του.

Ο γέροντας που γνώριζε τις σκέψεις μου συγκινήθηκε και τράβηξε τα χέρια του από πάνω μου για αποφορτιστεί. Δε μου ζήτησε όμως να φύγω. Ήθελε να μείνω δίπλα του γονατιστός και αυτό κράτησε ώρες. Ήξερα ότι ζούσα τις τελευταίες του στιγμές. Στις 9 το βράδυ ξεκίνησε η πρώτη καρδιακή κρίση που υποχώρησε για να επανέλθει αργότερα. Ο γέροντας υπέφερε αλλά ήταν γαλήνιος. Ακόμα και εκείνη την ώρα προσευχόταν με την αρχιερατική προσευχή του Ιησού και επαναλάμβανε τη φράση «ινα ώσιν εν». Αυτά ήταν και τα τελευταία λόγια του.

Το δένδρο κάτω από το οποίο συνήθιζε να κάθεται ο Γέρων Πορφύριος

Σήμερα μπορεί κάποιος να καταλάβει πολύ καλύτερα από τότε πόση ανάγκη έχει ο λαός του Θεού αυτή την αρχιερατική προσευχή του Ιησού.

Ο γέροντας είναι βέβαιο ότι ήθελε να προειδοποιήσει για τις δύσκολες μέρες που θα ερχότανε γι” αυτό και πάντα μας έλεγε «μέσα από τη συμφορά θα έρθει η ελπίδα και θα εμφανιστεί ένας σπουδαίος άνθρωπος του Θεού που θα συνεγείρει και θα ενώσει τον κόσμο στο καλό» καταλήγει ο π. Γεώργιος.

Έτσι ο γέροντας εκοιμήθη ταπεινά στο κελί του, όπως επιθυμούσε, μέσα στη γαλήνη του Θεού.

Το κρεβάτι του Αγίου

Κανείς δεν πληροφορήθηκε το θάνατό του . Είχε ζητήσει στην κηδεία του να μην υπάρχει κόσμος. Φρόντισε γι” αυτό ο Θεός και τις δυο επόμενες μέρες η σφοδρή κακοκαιρία δεν επέτρεψε σε κανέναν να πλησιάσει στα Καυσοκαλύβια.

Ετάφη στο προαύλιο, σε μια λωρίδα γης του περιβολιού της Παναγίας, καλογερικά, ήσυχα και ταπεινά.

«Ο γέροντας δεν ήθελε ούτε στη ζωή του ούτε μετά θάνατον να φανούν σημεία Aγιότητος και το ζητούσε αυτό από το Θεό στην προσευχή του, ωστόσο τα δυο του χέρια κατά την εκταφή του (τρια χρόνια μετά) ήταν άφθαρτα» λέει ο π. Γεώργιος και καταλήγει λέγοντας: «Όλοι όσοι ήμασταν κοντά του νιώθουμε συνεχώς την παρουσία του.

Ό Θεός άκουσε τη δέηση του. Επέστρεψε καί έκοιμήθη στην Καλύβη πού έκάρη μοναχός. Έγινε το εξόδιό του στό Κυριακό της Σκήτης.

Ζήτησε να ταφή στον τάφο όπου είχαν βάλει νωρίτερα ένα χοντρό καί γελαστό μοναχό.

Μετά την έκταφή του π. Πορφυρίου, ετάφη στον ίδιο χώρο ό γέροντας παπα-Νικάνωρ. «Εγινε ήδη καί εκείνου ή έκταφή. Τώρα δεν θα βρής πουθενά προσωπικό τάφο του γεροντος Πορφυρίου.

Καί τα οστά του χάθηκαν, κατά παραγγελία του, στο δάσος της Κερασιάς. Το χαμόγελο του μένει ως ευλογία, πού αιωρείται στην σύμπασα καί στίς ψυχές του κόσμου πού τον γνώρισε καί τον γνωρίζει.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου