Σελίδες

23 Δεκεμβρίου 2020

Μέγας Ἀθανάσιος: Λόγος περί τῆς ἐνανθρωπήσεως (Μέρος 5ον)

Ο δεύτερος σκοπός της ενανθρώπισης του λόγου: η γνωριμία με τον αληθινό Θεό και η επιστροφή στον κατ' εικόνα Θεού άνθρωπο μέσα από την γνωριμία με την Εικόνα του Θεού, τον Ιησού Χριστό.
Ο Παντοκράτωρ Θεός, όταν δημιουργούσε το ανθρώπινο γένος με το Λόγο του, διέκρινε την αδυναμία της φύσεως των ανθρώπων: δεν θα μπορούσε η ανθρώπινη φύση από μόνη της να γνωρίσει το δημιουργό της· ούτε πάλι να συλλάβει την έννοια του Θεού. Διότι, Αυτός είναι άκτιστος, ενώ αυτοί δημιουργήθηκαν από το μηδέν· Αυτός είναι ασώματος, ενώ οι άνθρωποι πλάστηκαν με σώμα κάτω στη γη· και γενικά, πολλές είναι οι ελλείψεις των δημιουργημάτων, για να κατανοήσουν και γνωρίσουν το Δημιουργό τους.
Και πάλι όμως ο Θεός, επειδή είναι πανάγαθος, ελέησε τους ανθρώπους· δεν τους στέρησε τη δυνατότητα να Τον γνωρίσουν, ώστε να έχει νόημα και η ύπαρξή τους. Διότι, ποιά είναι η ωφέλεια των δημιουργημάτων, αν δεν γνωρίζουν τον πλάστη τους; (...) Και γιατί να τους έπλασε ο Θεός, αν δεν ήθελε να Τον γνωρίζουν;

Γι’ αυτό το λόγο, για να μη συμβεί κάτι τέτοιο, όντας ο Θεός καλός μετάδωσε σ’ αυτούς από την ίδια την εικόνα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού· τους έκαμε σύμφωνα με τη δική του εικόνα και την ομοίωσή του.  

Έτσι, με το χάρισμα αυτό, βλέποντας την εικόνα –εννοώ το Λόγο του Πατέρα– να μπορούν να έχουν μέσω αυτού και την έννοια του Πατέρα. Γνωρίζοντας λοιπόν τον πλάστη τους, να ζουν αληθινά ευτυχισμένη και ευλογημένη ζωή.

Οι άνθρωποι όμως πάλι ξέφυγαν και παραμέλησαν το χάρισμα που μ’ αυτό τον τρόπο τους δόθηκε· τόσο πολύ απομακρύνθηκαν από το Θεό και τόσο μαύρισαν με κακίες την ψυχή τους, ώστε όχι μόνο λησμόνησαν την έννοια του Θεού αλλά άλλα αντί άλλων επινόησαν για τον εαυτό τους.

Διότι, έφτιαξαν είδωλα για τον εαυτό τους στη θέση του αληθινού Θεού· προτίμησαν τα ανύπαρκτα από τον πραγματικό Θεό· λάτρεψαν την κτίση και όχι τον κτίστη· και το χειρότερο, την τιμή που αρμόζει στο Θεό την απόδωσαν σε ξύλα, πέτρες, σε κάθε υλικό και σε ανθρώπους. Κι ακόμη περισσότερα απ’ αυτά έκαναν, όπως τα διηγηθήκαμε προηγουμένως.

Τόσο πολύ ασέβησαν ώστε στο εξής και δαιμόνια λάτρευαν και τα αναγόρευαν θεούς· έτσι ικανοποιούσαν τις κακές επιθυμίες τους. Θυσίαζαν ζώα, έκαναν και ανθρωποθυσίες για τη λατρεία εκείνων των θεών, όπως τα προείπαμε· έτσι, υποδουλώνονταν ακόμη περισσότερο στην ακόλαστη μανία εκείνων.

Γι’ αυτό, λοιπόν, δίδασκαν αυτοί ακόμη και μαγικές τελετές· τα κατά τόπους μαντεία πλάνευαν τους ανθρώπους. Όλοι απέδιδαν την αιτία της γεννήσεώς τους και τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς τους στα άστρα και στα ουράνια σώματα· δεν σκέφτονταν τίποτε περισσότερο απ’ όσα έβλεπαν.

Γενικά, όλα ήταν γεμάτα από ασέβειες και παρανομίες· μόνον ο Θεός και ο Λόγος του δεν αναγνωριζόταν, παρόλο που δεν άφησε τον εαυτό του αφανή στους ανθρώπους και δεν έδωσε μια αμυδρή γνώση του εαυτού του σ’ αυτούς· αλλά, με πολλούς και ποικίλους τρόπους τους φανέρωσε τη μαρτυρία του εαυτού του.

Το χάρισμα του κατ’ εικόνα θα ήταν μόνο του αρκετό να γνωρίζει ο άνθρωπος το Θεό Λόγο, και μέσω αυτού τον Πατέρα. Επειδή όμως ο Θεός γνώριζε την αδυναμία των ανθρώπων, προνόησε για την αμέλειά τους· ώστε, αν αμελούσαν να γνωρίσουν με τον εαυτό τους το Θεό, να μπορούν με τα δημιουργήματα να μη ξεχνούν το Δημιουργό τους. Η αμέλεια όμως των ανθρώπων προχωρούσε σιγά σιγά στα χειρότερα.

Έτσι πάλι φρόντισε ο Θεός να καλύψει κι αυτή τους την αδυναμία·

έδωσε το Νόμο και έστειλε τους προφήτες που ήταν γνώριμοι σ’ αυτούς, ώστε, ακόμη κι αν βαρεθούν να κοιτάξουν τον ουρανό και να γνωρίσουν το δημιουργό, να έχουν κοντά τους τη διδασκαλία του. Διότι οι άνθρωποι μπορεί από ανθρώπους να μάθουν καλύτερα για τα σπουδαιότερα πράγματα.

Ήταν δυνατό σ’ αυτούς να προσέξουν το μέγεθος του ουρανού και να εννοήσουν την αρμονία του σύμπαντος, για να γνωρίσουν τον κυβερνήτη του, το Λόγο του Πατέρα. Αυτός, με την πρόνοιά του για όλα, γνωρίζει σε όλους τον Πατέρα του· Αυτός τα κινεί τα πάντα, ώστε απ’ αυτόν όλοι να γνωρίζουν το Θεό.

Ή, κι αν αυτό τους ήταν βαρετό (η θεώρηση της κτίσεως), μπορούσαν να συναναστρέφονται με τους Αγίους· κι απ’ αυτούς να γνωρίσουν το Θεό δημιουργό των πάντων, τον Πατέρα του Χριστού· να μάθουν ακόμη ότι η ειδωλολατρία είναι αθεΐα και η πιο μεγάλη ασέβεια.

Μπορούσαν ακόμη να μάθουν το Νόμο, να σταματήσουν κάθε κακία και να ζήσουν ενάρετη ζωή. Ο Νόμος βέβαια δεν αφορούσε μόνο τους Ιουδαίους· ούτε έστελνε τους προφήτες μόνο γι’ αυτούς· το αντίθετο: έρχονταν στους Ιουδαίους και οι Ιουδαίοι τους καταδίωκαν.

Αποτελούσαν βέβαια (οι Ιουδαίοι ως "εκλεκτός λαός") ιερό σχολείο όλης της οικουμένης, για να γνωρίσουν και οι άλλοι το Θεό και να ζήσουν ενάρετα.

Τόσο μεγάλη, λοιπόν, ήταν η αγαθωσύνη και η φιλανθρωπία του Θεού!

Οι άνθρωποι όμως, νικημένοι από τις πρόσκαιρες ηδονές και τις δαιμονικές φαντασιώσεις και πλεκτάνες, δεν παραδέχτηκαν την αλήθεια. Γέμισαν την ψυχή τους με χίλιες δυο κακίες και αμαρτίες, ώστε από τη συμπεριφορά τους να μη θεωρούνται πλέον λογικοί αλλά ανόητοι.

Έτσι, λοιπόν, οι άνθρωποι έχασαν το λογικό τους· η πλάνη των δαιμόνων επισκίαζε τα πάντα και έκρυβε τη γνώση του αληθινού Θεού.

Τί έπρεπε ο Θεός να κάνει; Να σιωπά για μια τόσο μεγάλη πλάνη, ν’ αφήνει τους ανθρώπους να πλανώνται από τους δαίμονες και ν’ αγνοούν τον αληθινό Θεό;

Και τότε ποιός ήταν ο λόγος εξαρχής να δημιουργηθεί ο άνθρωπος κατ’ εικόνα του Θεού; Έπρεπε αυτός ή να δημιουργηθεί χωρίς λογική ή, αν πλαστεί λογικός, να μη ζει τη ζωή των αλόγων ζώων. Ποιά ανάγκη υπήρχε αυτός εξαρχής να προικιστεί με την έννοια του Θεού; Εφόσον ούτε τώρα αξίζει να την έχει, δεν έπρεπε να του είχε δοθεί από την αρχή.

Ποιό πάλι θα ήταν το όφελος του δημιουργού Θεού ή ποιά δόξα θα είχε, αν δεν τον προσκυνούσαν οι άνθρωποι ως δικά του δημιουργήματα; Αν πιστεύουν ότι άλλοι είναι οι δημιουργοί τους; Διότι, φαίνεται ότι τους δημιούργησε ο Θεός για άλλους και όχι για τον εαυτό του.

Δεν θα λυπηθεί πολύ περισσότερο ο Θεός τα πλάσματά του, για να μην πλανηθούν και προσκολληθούν στα ανύπαρκτα; Καθώς μάλιστα αυτή η πλάνη γίνεται αιτία απώλειας και καταστροφής τους; Δεν πρέπει, λοιπόν, να χαθούν τα πλάσματα εκείνα που έστω μια φορά έγιναν μέτοχα στην εικόνα του Θεού.

Τί έπρεπε λοιπόν να κάνει ο Θεός; Τί άλλο παρά ν’ ανανεώσει το κατ’ εικόνα, ώστε μέσω αυτού να μπορέσουν να τον γνωρίσουν και πάλι οι άνθρωποι; Και πώς θα γινόταν αυτό, εκτός αν ερχόταν σε μας η εικόνα του Θεού, δηλαδή ο Σωτήρας μας Ιησούς Χριστός; (Να γίνει αυτό) με ανθρώπους δεν ήταν δυνατό, επειδή και οι ίδιοι οι άνθρωποι πλάστηκαν κατ’ εικόνα· ούτε με αγγέλους, διότι αυτοί δεν είναι εικόνες. 

Γι’ αυτό ο Λόγος του Θεού ενανθρώπησε, για να ξαναδημιουργήσει τον κατ’ εικόνα Θεού άνθρωπο, επειδή μόνον ο Λόγος αποτελεί εικόνα του Πατέρα.

Και δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά, αν δεν εξαφανιζόταν ο θάνατος και η φθορά.

Γι’ αυτό εύλογα προσέλαβε θνητό σώμα, ώστε στο πρόσωπό του να εξαφανιστεί στο εξής ο θάνατος και ν’ ανακαινιστούν οι κατ’ εικόνα Θεού πλασμένοι άνθρωποι. 

Γι’ αυτήν την ανάγκη, λοιπόν, κανείς άλλος δεν ήταν ικανός, παρά μόνον η Εικόνα του Πατέρα.

Όπως λοιπόν ο καλός δάσκαλος που φροντίζει για εκείνους τους μαθητές του που δεν μπορούν να καταλάβουν τα πολύ δύσκολα, τους εκπαιδεύει με συγκατάβαση στα πιο εύκολα· έτσι έκανε και ο Λόγος του Θεού, όπως το λέει ο απόστολος Παύλος: 

«Επειδή ο κόσμος δεν μπόρεσε με τη σοφία του να εννοήσει τη σοφία του Θεού, θέλησε ο πανάγαθος Θεός με το απλούστερο κήρυγμα να σώσαι αυτούς που πιστεύουν σ’ αυτόν».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ


----------                                                                                    ----------

Ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Λόγου παίζει τὸν σπουδαιότερο ρόλο γιὰ τὴν δημιουργία, τὴν κτίση καὶ τὸν ἄνθρωπο. Ὁδηγεῖ στὴ θέωση, ὅπως μὲ ἔμφαση θεολογεῖ ὁ Μέγας Ἀθανάσιος: «ὁ Λόγος ἐνανθρώπησε, γιὰ νὰ θεοποιηθοῦμε ἐμεῖς». Ἀφορᾷ τὸ νόημα καὶ τὸν στόχο τῆς ὑπάρξεως καὶ τῆς ζωῆς μας.

Ἀπόδοση εἰς τὴν νέα Ἑλληνική: Ἀρχιμανδρίτης Δωρόθεος Πάπαρης

ΠΗΓΗ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου