6 Ιανουαρίου 2019

Θεοφάνεια ἢ Ἐπιφάνεια. Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου

Τὸ ὅτι δηλαδὴ ἡ σημερινὴ ἑορτὴ ὀνομάζεται Ἐπιφάνεια, εἶναι γνωστὸ σ’ ὅλους. Ποιὰ ὅμως παρουσία εἶναι αὐτὴ καὶ ποιὰ ἀπὸ τὰ δύο συμβαίνει, εἶναι μία αὐτὴ ἢ δύο; Αὐτὸ δὲν τὸ γνωρίζουν, πράγμα ποὺ ἀποτελεῖ τὴν πιὸ χειρότερη ντροπὴ καὶ εἶναι ἄξιο γιὰ πολλὰ γέλια, διότι, ἐνῶ κάθε χρόνο ἑορτάζουν τὴν ἑορτὴ αὐτή, ὅμως ἀγνοοῦν τὴν ὑπόθεσή της.

Εἶναι ἀνάγκη λοιπὸν κατ’ ἀρχὴ νὰ πῶ στὴν ἀγάπη σας, ὅτι δὲν πρόκειται γιὰ μία παρουσία, ἀλλὰ γιὰ δύο· μία εἶναι αὐτὴ ποὺ ἔγινε
σὰν σήμερα, καὶ δεύτερη εἶναι ἡ μελλοντική, ποὺ θὰ γίνει μὲ τρόπο ἔνδοξο κατὰ τὴ συντέλεια τοῦ κόσμου. Καὶ γιὰ τὴν κάθε μία ἀπ’ αὐτὲς ἀκούσατε σήμερα τὸν Παῦλο νὰ γράφει στὸν Τίτο καὶ νὰ λέει γιὰ μὲν τὴ σημερινή τα ἑξῆς: «Παρουσιάσθηκε ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, ποὺ σώζει ὅλους τους ἀνθρώπους, καὶ μᾶς διδάσκει ν’ ἀρνηθοῦμε τὴν ἀσέβεια καὶ τὶς κοσμικὲς ἐπιθυμίες, καὶ νὰ ζήσουμε κατὰ τὸν παρόντα αἰώνα μὲ σωφροσύνη, δικαιοσύνη καὶ εὐσέβεια», γιὰ δὲ τὴ μελλοντική· «καὶ ν’ ἀναμένουμε τὴν πραγματοποίηση τῆς μακάριας ἐλπίδας καὶ τὴν παρουσία τῆς δόξας τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ Σωτήρα μᾶς Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Τίτ. 2, 11-13). Ἀλλὰ καὶ ὁ προφήτης γιὰ τὴν ἴδια ἐκείνη ἔλεγε τὰ ἑξῆς· «ὁ ἥλιος θὰ μετατραπεῖ σὲ σκοτάδι καὶ ἡ σελήνη σὲ αἷμα προτοῦ νὰ ἔρθει ἡ μεγάλη καὶ ἔνδοξη ἐκείνη ἡμέρα τοῦ Κυρίου» (Ἰωὴλ 2, 31).
Ἀλλὰ γιὰ ποιὸ λόγο ὀνομάζεται ἐπιφάνεια ὄχι ἡ ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποία γεννήθηκε, ἀλλὰ ἡ ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποία βαπτίσθηκε; Διότι αὐτὴ εἶναι ἡ ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποία βαπτίσθηκε καὶ ἁγίασε τὴ φύση τῶν ὑδάτων. Γι’ αὐτὸ βέβαια καὶ τὰ μεσάνυχτα τῆς ἑορτῆς αὐτῆς ὅλοι φέρνουν νερὸ καὶ τὸ τοποθετοῦν μέσα στὸ σπίτι, φυλάσσοντάς το ὅλο το χρόνο, ἐπειδὴ σήμερα ἁγιάστηκαν τὰ ὕδατα. Καὶ τὸ θαῦμα τοῦ ἁγιασμοῦ τῶν ὑδάτων γίνεται φανερὸ ἀπὸ τὸ ὅτι δὲν ἀλλοιώνεται ἡ φύση τοῦ νεροῦ ἐκείνου μὲ τὸ πέρασμα τοῦ χρόνου, ἀλλὰ ὁλόκληρο χρόνο καὶ πολλὲς φορὲς δύο καὶ τρία χρόνια παραμένει καθαρὸ καὶ φρέσκο τὸ νερὸ ποὺ σήμερα ἀντλήθηκε, καὶ βρίσκεται μετὰ ἀπὸ τόσο χρόνο σὲ ἴση ἀξία καὶ κατάσταση μὲ τὸ νερό, ποὺ μόλις πρὶν λίγο πάρθηκε ἀπὸ τὴν πηγή.
Γιὰ ποιὸ λόγο λοιπὸν ὀνομάζεται αὐτὴ ἡ ἡμέρα Ἐπιφάνεια; Ἐπειδὴ ὁ Χριστὸς ἔγινε σ’ ὅλους γνωστὸς ὄχι ὅταν γεννήθηκε, ἀλλὰ ὅταν βαπτίσθηκε· διότι μέχρι αὐτὴ τὴν ἡμέρα ἦταν ἄγνωστος στοὺς πολλούς. Καὶ ὅτι οἱ πολλοὶ τὸν ἀγνοοῦσαν καὶ δὲν γνώριζαν ποιὸς τέλος πάντων ἦταν, ἄκουσε τὸν Ἰωάννη Βαπτιστὴ ποὺ λέει: «ἀνάμεσά μας στέκεται κάποιος, τὸν ὁποῖο σεῖς δὲν γνωρίζετε»(Ἰω. 1, 26).
Καὶ γιατί εἶναι ἄξιο θαυμασμοῦ ἐὰν οἱ ἄλλοι τὸν ἀγνοοῦσαν, τὴ στιγμὴ βέβαια ποὺ καὶ ὁ ἴδιος ὁ Βαπτιστὴς τὸν ἀγνοοῦσε μέχρι τὴν ἡμέρα ἐκείνη; Διότι λέει, «Καὶ ἐγὼ δὲν τὸν γνώριζα, ἀλλὰ ἐκεῖνος ποὺ μὲ ἔστειλε νὰ βαπτίζω μὲ νερό, ἐκεῖνος μου εἶπε· σὲ ὅποιον θὰ δεῖς νὰ κατεβαίνει τὸ ἅγιο Πνεῦμα καὶ νὰ μένει ἐπάνω σ’ αὐτόν, αὐτὸς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ βαπτίζει μὲ ἅγιο Πνεῦμα»(Ἰω. 1, 33). Τὸ ὅτι λοιπὸν ὑπάρχουν δύο παρουσίες γίνεται αὐτὸ φανερὸ ἀπὸ αὐτά.
Εἶναι ἀνάγκη ὅμως νὰ ἐξηγήσουμε γιὰ ποιὸ λόγο ἔρχεται ὁ Χριστὸς νὰ βαπτισθεῖ, καὶ τί εἴδους βάπτισμα ἦταν αὐτό· καθόσον πρέπει καὶ αὐτὸ νὰ τὸ γνωρίζουμε, ὅπως ἀκριβῶς βέβαια καὶ ἐκεῖνο· καὶ πρέπει πρῶτα νὰ διδάξω στὴν ἀγάπη σᾶς αὐτό, διότι ἀπὸ αὐτὸ θὰ γνωρίσουμε καὶ ἐκεῖνο.
Ὑπῆρχε τὸ ἰουδαϊκὸ βάπτισμα, ποὺ ἀπάλλασσε ἀπὸ τὶς σωματικὲς ἀκαθαρσίες καὶ ὄχι ἀπὸ τὰ ἁμαρτήματα τῆς συνειδήσεως. Ἐὰν κάποιος διέπραττε μοιχεία, ἐὰν κάποιος τολμοῦσε νὰ κλέψει, καὶ ἂν κάποιος διέπραττε κάποια ἄλλη παρανομία, δὲν τὸν ἀπάλλασσε αὐτὸ ἀπὸ τὴν παράβαση αὐτή, ἐὰν ὅμως κάποιος ἄγγιζε ὀστᾶ νεκρῶν, ἢ ἔτρωγε ἀπαγορευμένη τροφή, ἢ ἐπέστρεφε ἀπὸ θάνατο, ἢ πλησίαζε τοὺς νεκρούς, λουζόταν, καὶ παρέμενε ἀκάθαρτος μέχρι τὸ βράδυ, ἐνῶ στὴ συνέχεια καθαριζόταν. Διότι λέει: «Θὰ λούσετε τὸ σῶμα του μὲ καθαρὸ νερὸ καὶ θὰ εἶναι ἀκάθαρτος μέχρι τὸ βράδυ»(Λευιτ.15, 5) καὶ μετὰ θὰ καθαρίζεται· διότι στὴν πραγματικότητα αὐτὸ δὲν ἦταν ἀκαθαρσία, ἀλλὰ ἐπειδὴ ἦταν πνευματικὰ ἀτελεῖς, μὲ αὐτὰ τὰ μέτρα ὁ Θεὸς τοὺς ἔκανε εὐλαβέστερους, καὶ τοὺς προετοίμαζε ἀπὸ τὴν πρώτη ἐκείνη στιγμὴ νὰ εἶναι πιὸ κατάλληλοι γιὰ τὴν κατανόηση τῶν ὑψηλοτέρων πραγμάτων.
Τὸ ἰουδαϊκὸ λοιπὸν καθάρσιο δὲν ἀπάλλασσε ἀπὸ τὰ ἁμαρτήματα, ἀλλὰ μόνο ἀπὸ τὶς σωματικὲς ἀκαθαρσίες, ἐνῶ τὸ δικό μας βάπτισμα δὲν εἶναι τέτοιο, ἀλλὰ εἶναι πολὺ πιὸ ἀνώτερο καὶ γεμάτο ἀπὸ πολλὴ χάρη, καθόσον ἀπαλλάσσει ἀπὸ τὰ ἁμαρτήματα, καθαρίζει τὴ ψυχή, καὶ χορηγεῖ τὸ ἅγιο Πνεῦμα. Τοῦ Ἰωάννη πάλι τὸ βάπτισμα ἦταν βέβαια πολὺ πιὸ ἀνώτερο ἀπὸ τὸ ἰουδαϊκό, κατώτερο ὅμως ἀπὸ τὸ δικό μας, ἀποτελώντας, κατὰ κάποιο τρόπο, γέφυρα μεταξὺ αὐτῶν τῶν δύο βαπτισμάτων, καθοδηγώντας μας ἀπὸ ἐκεῖνο πρὸς αὐτά· διότι δὲν τοὺς ὁδηγοῦσε στὴν τήρηση σωματικῶν καθαρμῶν, ἀλλὰ τοὺς προέτρεπε καὶ τοὺς συμβούλευε ν’ ἀπομακρυνθοῦν ἀπὸ ἐκείνους καὶ νὰ ἐπιστρέψουν ἀπὸ τὴν κακία στὴν ἀρετὴ καὶ νὰ στηρίζουν τὶς ἐλπίδες τῆς σωτηρίας τους στὰ κατορθώματα τῶν ἔργων καὶ ὄχι σὲ διάφορα βαπτίσματα καὶ καθαρμοὺς μὲ νερό.
Διότι δὲν ἔλεγε, πλύνε τὰ ροῦχα σου, καὶ λοῦσε τὸ σῶμα σου, καὶ θὰ γίνεις καθαρός, ἀλλὰ τί;«Κάνετε ἔργα ἄξια της μετάνοιας»(Ματθ. 3, 8). Καὶ ὡς πρὸς αὐτὰ ἦταν ἀνώτερο ἀπὸ τὸ ἰουδαϊκό, ἀλλὰ κατώτερο ἀπὸ τὸ δικό μας, ἐπειδὴ τὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννη δὲν χάριζε Πνεῦμα ἅγιο, οὔτε παρεῖχε τὴ συγχώρηση ποὺ παρέχεται ἀπὸ τὴ θεία χάρη, διότι προέτρεπε νὰ μετανοοῦν καὶ δὲν εἶχε τὴν ἐξουσία νὰ δίνει συγχώρηση. Γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς καὶ ἔλεγε·«Ἐγὼ σᾶς βαπτίζω μὲ νερό, ἐνῶ ἐκεῖνος θὰ σᾶς βαπτίσει μὲ Πνεῦμα ἅγιο καὶ φωτιὰ»(Ματθ. 3, 11). Εἶναι φανερὸ ὅτι αὐτὸς δὲν βάπτιζε μὲ Πνεῦμα ἅγιο. Τί σημαίνει «μὲ Πνεῦμα ἅγιο καὶ φωτιά»; Θυμήσου σὲ παρακαλῶ τὴν ἡμέρα ἐκείνη, κατὰ τὴν ὁποία παρουσιάσθηκαν στοὺς ἀποστόλους διαμεριζόμενες πύρινες γλῶσσες καὶ κάθισαν ἐπάνω στὸν καθένα ἀπὸ αὐτούς.
Καὶ ὅτι ἦταν ἀτελές το βάπτισμα τοῦ Ἰωάννη, μὴ ἔχοντας τὴ δύναμη νὰ χορηγεῖ Πνεῦμα ἅγιο, οὔτε νὰ συγχωρεῖ ἁμαρτήματα, γίνεται φανερὰ ἀπὸ τὸ ἑξῆς. Ὅταν ὁ Παῦλος συνάντησε κάποιους μαθητὲς τοὺς ρώτησε· «Μήπως λάβατε Πνεῦμα ἅγιο ὅταν πιστέψατε; Ἐκεῖνοι εἶπαν πρὸς αὐτόν· οὔτε καν ἀκούσαμε ὅτι ὑπάρχει ἅγιο Πνεῦμα. Εἶπε τότε πρὸς αὐτούς· σὲ τί λοιπὸν βαπτισθήκατε; Ἐκεῖνοι εἶπαν· στὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννη. Εἶπε τότε ὁ Παῦλος. Ὁ Ἰωάννης βάπτιζε βάπτισμα μετάνοιας»(Πράξ. 19, 2-4). Βάπτισμα μετάνοιας λοιπὸν ἦταν καὶ ὄχι συγχωρήσεως. Καὶ γιὰ ποιὸ σκοπὸ βάπτιζε; «Ἔλεγε στὸ λαὸ νὰ πιστέψουν σ’ ἐκεῖνον ποὺ ἔρχεται μετὰ ἀπὸ αὐτόν, δηλαδὴ στὸν Κύριο Ἰησοῦ. Ὅταν τὸ ἄκουσαν αὐτὸ βαπτίσθηκαν στὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. Καὶ ἀφοῦ ἔθεσε ὁ Παῦλος τὰ χέρια τοῦ ἐπάνω τους, ἦρθε σ’ αὐτοὺς τὸ ἅγιο Πνεῦμα»(Πράξ. 19, 4-6).
Εἶδες πῶς ἦταν ἀτελές το βάπτισμα τοῦ Ἰωάννη; Διότι, ἐὰν δὲν ἦταν ἀτελές, δὲν θὰ τοὺς βάπτιζε πάλι ὁ Παῦλος, δὲν θὰ ἔθετε τὰ χέρια τοῦ ἐπάνω τους· ἐνῶ τώρα, ἀφοῦ ἔκανε καὶ τὰ δύο αὐτά, φανέρωσε τὴν ὑπεροχὴ τοῦ ἀποστολικοῦ βαπτίσματος καὶ ὅτι ἐκεῖνο ἦταν κατὰ πολὺ κατώτερο ἀπὸ αὐτό.
Τη διαφορὰ λοιπὸν τῶν βαπτισμάτων τὴ μάθαμε ἀπὸ αὐτά, πρέπει ὅμως στὴ συνέχεια νὰ ποῦμε γιὰ ποὶo λόγο βαπτίζεται ὁ Χριστὸς καὶ ποιὸ εἶναι τὸ βάπτισμα ποὺ κάνει. Δὲν κάνει οὔτε τὸ παλιὸ ἰουδαϊκὸ βάπτισμα, οὔτε τὸ δικό μας ποῦ καθιερώθηκε στὴ συνέχεια, καθόσον δὲν εἶχε ἀνάγκη ἀπὸ συγχώρηση ἁμαρτημάτων· διότι πῶς θὰ συνέβαινε αὐτό σε ἐκεῖνον ποῦ δὲν εἶχε καμία ἁμαρτία; Διότι, λέει, «ἁμαρτία δὲν ἔκανε, οὔτε βρέθηκε δόλος στὸ στόμα τοῦ»(Ἃ΄ Πετρ.2, 22)· καὶ πάλι· «Ποιὸς μπορεῖ ἀπὸ σᾶς νὰ μὲ ἐλέγξει γιὰ ἁμαρτία;» ( Ἰω. 8,46). Οὔτε ἡ σάρκα ἐκείνη στεροῦνταν τὸ Πνεῦμα· διότι πῶς ἦταν δυνατὸ αὐτὸ στὴ σάρκα ἐκείνη ποῦ συνελήφθη ἀπὸ Πνεῦμα ἅγιο; Ἐὰν λοιπὸν ἡ σάρκα ἐκείνη οὔτε τὸ ἅγιο Πνεῦμα στεροῦνταν, οὔτε ἦταν ὑπεύθυνη γιὰ ἁμαρτήματα, γιὰ ποιὸ λόγο βαπτίσθηκε; Ἀλλὰ προηγουμένως πρέπει νὰ μάθουμε ποιὸ βάπτισμα ἔκανε, καὶ τότε καὶ αὐτὸ θὰ μᾶς γίνει πιὸ κατανοητό.

Ποιὸ λοιπὸν βάπτισμα ἔκανε; Οὔτε τὸ ἰουδαϊκό, οὔτε τὸ δικό μας, ἀλλὰ τὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννη. Γιατί; Μὲ σκοπὸ νὰ μάθεις καὶ ἀπὸ τὴ φύση αὐτοῦ του βαπτίσματος, ὅτι δὲν βαπτίσθηκε γιὰ ἁμαρτίες του, οὔτε ἐπειδὴ εἶχε ἀνάγκη τῆς χορηγίας τοῦ ἁγίου Πνεύματος· διότι τὸ βάπτισμα ἐκεῖνο στεροῦνταν τὴ δυνατότητα καὶ τῶν δύο αὐτῶν βαπτισμάτων, ὅπως ἀκριβῶς βέβαια καὶ ἀποδείξαμε.
Καὶ ὅτι δὲν ἦρθε στὸν Ἰορδάνη οὔτε γιὰ ἄφεση ἁμαρτημάτων, οὔτε γιὰ τὴ χορηγία τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἔγινε φανερὸ ἀπὸ αὐτά· ὅμως γιὰ νὰ μὴ νομίσει κάποιος ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἦταν τότε παρόντες, ὄτι
πηγαίνει ἐκεῖ γιὰ μετάνοια, ὅπως ἀκριβῶς πήγαιναν καὶ οἱ ἄλλοι, ἄκουσε πὼς καὶ αὐτὸ τὸ διευκρινίζει ὁ Ἰωάννης. Διότι ἐκεῖνος ποὺ ἔλεγε στοὺς ἄλλους, «Νὰ κάνετε ἔργα ἄξια της μετάνοιας» (Ματθ. 3, 8), ἄκουσε τί λέει σ’ αὐτόν· «Ἐγὼ ἔχω ἀνάγκη νὰ βαπτισθῶ ἀπὸ σένα, καὶ σὺ ἔρχεσαι πρὸς ἐμένα;»(Ματθ. 3, 14). Αὐτὸ τὸ ἔλεγε γιὰ νὰ δείξει ὅτι δὲν πῆγε σ’ αὐτὸν γιὰ τὸν ἴδιο λόγο ποὺ πήγαιναν οἱ ἄλλοι· καὶ ὅτι τόσο πολὺ ἀπέχει ἀπὸ τὴν ἀνάγκη νὰ βαπτισθεῖ γι’ αὐτό, ἀφοῦ ἦταν κατὰ πολὺ πιὸ ἀνώτερος καὶ ἀπὸ τὸν ἴδιο το Βαπτιστή, καὶ ἀσύγκριτα καθαρότερος. Γιὰ ποιὸ λόγο λοιπὸν βαπτίσθηκε, ἐὰν αὐτὸ δὲν τὸ ἔκανε οὔτε γιὰ μετάνοια, οὔτε γιὰ συγχώρηση ἁμαρτημάτων, οὔτε γιὰ χορήγηση τοῦ Πνεύματος; Γιὰ δύο ἄλλους λόγους, ποὺ ἕνας εἶναι αὐτὸς ποὺ ἀναφέρει ὁ μαθητής, καὶ ὁ ἄλλος αὐτὸς ποὺ λέγεται ἀπ’ αὐτὸν στὸν Ἰωάννη.
Ποιὰ λοιπὸν λέει ὁ Ἰωάννης ὅτι εἶναι ἡ αἰτία τοῦ βαπτίσματος αὐτοῦ; Γιὰ νὰ μάθουν οἱ πολλοί, ὅπως καὶ ὁ Παῦλος ἔλεγε, ὄτι «ὁ Ἰωάννης βάπτισε βάπτισμα μετάνοιας, λέγοντας νὰ πιστέψουν σ’ ἐκεῖνον ποὺ ἔρχεται μετὰ ἀπ’ αὐτὸν»(Πράξ. 19, 4)· αὐτὸ ἦταν τὸ κατόρθωμα τοῦ βαπτίσματος. Διότι τὸ νὰ πηγαίνει στὸ σπίτι τοῦ καθενός, καὶ πλησιάζοντας στὶς πόρτες καὶ ἔχοντας μαζί του τὸ Χριστὸ νὰ τοὺς καλεῖ ἔξω καὶ νὰ τοὺς λέει, ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, αὐτὸ θὰ ἔκανε ὕποπτη τὴ μαρτυρία καὶ θὰ ἦταν πάρα πολὺ δύσκολο· ἐπίσης τὸ νὰ τὸν πάρει πάλι καί, μπαίνοντας στὴ συναγωγή, νὰ τὸν δείχνει, καὶ αὐτὸ πάλι κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο ἔκανε ὕποπτη τὴ μαρτυρία.
Ἀλλ’ ὅμως τὸ νὰ ἔρθει καὶ αὐτὸς πρὸς τὸν Ἰωάννη μὲ σκοπὸ νὰ βαπτισθεῖ, τὴ στιγμὴ ποὺ ὅλος ὁ κόσμος ἀπὸ κάθε πόλη ξεχυνόταν στὸν Ἰορδάνη καὶ διέμενε στὶς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ, καὶ ἐκεῖ νὰ δεχθεῖ τὴν οὐράνια μαρτυρία ποὺ γινόταν μὲ τὰ λόγια τοῦ Πατέρα, τὴ μαρτυρία ποὺ γινόταν μὲ τὴν ἐπιφοίτηση τοῦ ἁγίου Πνεύματος μὲ μορφὴ περιστερᾶς, αὐτὸ ἔκανε ἀνύποπτη τὴ μαρτυρία ποὺ ἔδινε ὁ Ἰωάννης γι’ αὐτόν. Γι’ αὐτὸ λέει, «καὶ ἐγὼ δεν τον γνώριζα», κάνοντας ἔτσι ἀξιόπιστη τὴν μαρτύρια του.
Ἐπειδὴ ἦταν συγγενεῖς, γιὰ νὰ μὴ φανεῖ ὅτι δίνει τὴ μαρτυρία γιὰ τὸ Χριστὸ ἐξαιτίας τῆς συγγένειάς τους, ρύθμισε ἡ χάρη τοῦ ἁγίου Πνεύματος νὰ περάσει ὁ Ἰωάννης ὅλα τα προηγούμενα χρόνια του στὴν ἔρημο, γιὰ νὰ μὴ φανεῖ ὅτι ἡ μαρτυρία δίνεται ἀπὸ φιλία ἢ ἀπὸ κάποια ἄλλη παρόμοια ἐπινόηση, ἀλλ’ ὅπως τὸ ἔμαθε αὐτὸ ἀπὸ τὸ Θεό, ἔτσι καὶ τὸ κάνει γνωστὸ στὸν κόσμο. Γι’ αὐτὸ λέει, «καὶ ἐγὼ δὲν τὸν γνώριζα». Και ἀπὸ ποῦ λοιπὸν τὸ ἔμαθες; «Ἐκεῖνος», λέει, «ποὺ μὲ ἔστειλε νὰ βαπτίζω μὲ νερό, ἐκεῖνος μου εἶπε». Τί σου εἶπε; «Σ’ ὅποιον θὰ δεῖς νὰ κατεβαίνει τὸ Πνεῦμα μὲ μορφὴ περιστερᾶς καὶ νὰ μένει ἐπάνω σ’ αὐτόν, αὐτὸς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ βαπτίζει μὲ Πνεῦμα ἅγιο» (Ἰω. 1, 33).
Βλέπεις ὅτι γι’ αὐτὸ ἦρθε τὸ ἅγιο Πνεῦμα, ὄχι ὅτι τότε κατέβηκε γιὰ πρώτη φορά, ἀλλὰ γιὰ νὰ φανερώσει ἐκεῖνον ποῦ κηρυσσόταν, κάνοντας αὐτὸν γνωστὸ σ’ ὅλους, σὰν μὲ κάποιο δάχτυλο, μὲ τὴν πτήση τοῦ ὑπὸ μορφὴ περιστερᾶς; Γι’ αὐτὸ λοιπὸν ἦρθε νὰ βαπτισθεῖ ἀλλὰ καὶ γιὰ μία ἄλλη αἰτία, τὴν ὁποία ἀναφέρει αὐτός. Καὶ ποιὰ εἶναι αὐτή; Ὅταν ὁ Ἰωάννης εἶπε,«ἐγὼ ἔχω ἀνάγκη νὰ βαπτισθῶ ἀπὸ σένα καὶ σὺ ἔρχεσαι πρὸς ἐμένα;», αὐτὸς ἀποκρίθηκε καὶ εἶπε· «ἄφησέ τα αὐτὰ τώρα διότι πρέπει ἐμεῖς νὰ ἐκτελέσουμε κάθε ἐντολὴ»(Ματθ. 3, 14-15). Εἶδες εὐγνωμοσύνη δούλου; Εἶδες ταπεινοφροσύνη Κυρίου; Τί τέλος πάντων σημαίνει, «νὰ ἐκπληρώσουμε κάθε δικαιοσύνη»; Δικαιοσύνη ὀνομάζεται ἡ ἐκπλήρωση ὅλων των ἐντολῶν· ὅπως ἀκριβῶς ὅταν λέει· «Ἦταν καὶ οἱ δύο δίκαιοι καὶ ἐκτελοῦσαν κατὰ τρόπο ἄμεμπτο ὅλες τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου»(Λουκ. 1,6). Ἐπειδὴ λοιπὸν ἔπρεπε νὰ ἐκτελέσουν τὶς ἐντολὲς αὐτὲς ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ὅμως κανένας δὲν πραγματοποίησε αὐτὲς στὴν ἐντέλεια, γι’ αὐτὸ ἔρχεται ὁ Χριστὸς καὶ ἐκτελεῖ τὴν πραγματοποίηση αὐτῶν τῶν ἐντολῶν.
Καὶ ποιὰ ἐντολὴ ἐκτελεῖ μὲ τὸ νὰ βαπτισθεῖ; Τὸ νὰ ὑπακούσει στὸν προφήτη ἦταν ἐντολή. Ὅπως ἀκριβῶς λοιπὸν περιτμήθηκε, πρόσφερε θυσία, τήρησε τὰ Σάββατα, καὶ ἔλαβε μέρος σὲ ἰουδαϊκὲς ἑορτές, ἔτσι πρόσθεσε καὶ αὐτὸ ποὺ ὑπολειπόταν, τὸ νὰ ὑπακούσει στὸν προφήτη ποὺ βάπτιζε. Διότι, τὸ ὅτι ἦταν τότε θέλημα τοῦ Θεοῦ νὰ βαπτίζονται ὅλοι, ἄκουσε τί λέγει ὁ Ἰωάννης· «Ἐκεῖνος ποὺ μὲ ἔστειλε νὰ βαπτίζω μὲ νερὸ»(Ἰω. 1, 33) καὶ πάλι ὁ Χριστὸς λέει· «οἱ τελῶνες καὶ τὸ πλῆθος τοῦ λαοῦ τήρησαν τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, διότι ἔκαναν τὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννη, οἱ Φαρισαῖοι ὅμως καὶ οἱ γραμματεῖς ἀπέρριψαν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ μὲ τὸ νὰ μὴ βαπτισθοῦν ἀπ’ αὐτὸν»(Λουκ. 7, 29-30).
Ἐὰν λοιπὸν ἀποτελεῖ ἐντολή το νὰ ὑπακούει κανεὶς στὸ Θεό, ὁ δὲ Θεὸς ἔστειλε τὸν Ἰωάννη γιὰ νὰ βαπτίσει τὸ λαό, ὁ Χριστὸς μαζὶ μὲ ὅλες τὶς ἄλλες νομικὲς διατάξεις ἐκπλήρωσε καὶ αὐτὴ τὴν ἐντολή. Ὑπόθεσε, δηλαδή, ὅτι οἱ ἐντολὲς τοῦ νόμου ἦταν διακόσια δηνάρια. Αὐτὸ τὸ χρέος ἔπρεπε νὰ τὸ πληρώσει τὸ δικό μας τὸ ἀνθρώπινο γένος. Δὲν τὸ πληρώσαμε. Μᾶς εἶχε στὴν ἐξουσία τοῦ ὁ θάνατος, ἐπειδὴ ἤμασταν ὑπεύθυνοι γι’ αὐτὲς τὶς κατηγορίες. Ὅταν ἦρθε ὁ Χριστὸς καὶ μᾶς βρῆκε νὰ εἴμαστε κάτω ἀπὸ τὴν ἐξουσία του, κατέβαλε τὸ χρέος, πλήρωσε τὴν ὀφειλὴ καὶ ἐλευθέρωσε ἐκείνους ποὺ δὲν εἶχαν νὰ πληρώσουν. Γι’ αὐτὸ δὲν εἶπε, ?πρέπει νὰ κάνετε σεῖς αὐτὸ καὶ αὐτό’, ἀλλά, «νὰ πληρώσω κάθε δικαιοσυνη»(Ματθ. 3,15). Ἐγὼ ὁ Κύριος, λέει, ποὺ ἔχω, πρέπει νὰ πληρώσω γιὰ ἐκείνους ποὺ δὲν ἔχουν.
Αὐτὴ εἶναι ἡ αἰτία τοῦ βαπτίσματος, γιὰ νὰ φανεῖ ὅτι τηρεῖ ὅλες τὶς ἐντολὲς τοῦ νόμου· αὐτὴ εἶναι ἡ αἰτία καθὼς καὶ ἐκείνη ποὺ ἀναφέρθηκε πρὶν ἀπ’ αὐτή. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸ Πνεῦμα κατεβαίνει μὲ μορφὴ περιστερᾶς, διότι ὅπου ὑπάρχει συμφιλίωση μὲ τὸ Θεό, παρουσιάζεται περιστερά. Καθόσον καὶ στὴν περίπτωση τῆς κιβωτοῦ τοῦ Νῶε ἦρθε ἡ περιστερὰ κρατώντας κλαδὶ ἐλιᾶς, σύμβολο τῆς φιλανθρωπίας τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς ἀπαλλαγῆς ἀπὸ τὸν κατακλυσμό.
Καὶ τώρα παρουσιάζεται τὸ Πνεῦμα μὲ μορφὴ περιστερᾶς, καὶ ὄχι μὲ τὸ σῶμα τῆς (διότι πρέπει αὐτὰ νὰ τὰ γνωρίζομε σωστά), γνωστοποιώντας τὴ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ στὴν οἰκουμένη, καὶ συγχρόνως φανερώνοντας, ὅτι ὁ πνευματικὸς ἄνθρωπος πρέπει νὰ μὴ ἔχει πονηριά, νὰ εἶναι ἁγνὸς καὶ ἄκακος, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ὁ Χριστὸς λέει· «ἐὰν δὲν μετανοήσετε καὶ δὲν γίνετε σὰν τὰ παιδιά, δὲν θὰ μπεῖτε στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν»(Μάτθ, 18, 3). Ἐκείνη λοιπὸν ἡ κιβωτός, ἀφοῦ σταμάτησε ὁ κατακλυσμός, ἔμεινε στὴ γῆ, ἐνῶ αὐτὴ ἡ κιβωτός, ἀφοῦ καθησύχασε ἡ ὀργή, ἀνέβηκε στὸν οὐρανό, καὶ τώρα βρίσκεται τὸ καθαρὸ ἐκεῖνο καὶ ἀμόλυντο σῶμα στὰ δεξιά του Πατέρα.

(Ἁγίου Ι. Χρυσοστόμου, Λόγος στὸ Ἅγιο Βάπτισμα, Ε.Π.Ε. τ. 35-ἀποσπάσματα).

Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου