23 Ιουνίου 2018

Ο Απόστολος και το Ευαγγέλιο της Κυριακής 24-6-2018 (Γενέσιον του Προδρόμου)

Προς Ρωμαίους (ιγ΄11 – ιδ΄4)

Αδελφοί, και τούτο, ειδότες τον καιρόν, ότι ώρα ημάς ήδη εξ ύπνου εγερθήναι· νύν γάρ εγγύτερον ημών η σωτηρία ή ότε επιστεύσαμεν. Η νύξ προέκοψεν, η δε ημέρα ήγγικεν. Αποθώμεθα ούν τα έργα του σκότους και ενδυσώμεθα τα όπλα του φωτός. Ως εν ημέρα ευσχημόνως περιπατήσωμεν, μη κώμοις και μέθαις, μη κοίτας και ασελγείαις, μη έριδι και ζήλω, αλλ᾿ ενδύσασθε τον Κύριον Ιησούν Χριστόν, και της σαρκός πρόνοιαν μη ποιείσθε εις επιθυμίας.
Τόν δε ασθενούντα τη πίστει προσλαμβάνεσθε, μη εις διακρίσεις διαλογισμών. Ός μέν πιστεύει φαγείν πάντα, ο δε ασθενών λάχανα εσθίει. Ο εσθίων τον μη εσθίοντα μη εξουθενείτω, και ο μη εσθίων τον εσθίοντα μη κρινέτω· ο Θεός γάρ αυτόν προσελάβετο. Σύ τις εί ο κρίνων αλλότριον οικέτην; Τώ ιδίω Κυρίω στήκει ή πίπτει· σταθήσεται δέ· δυνατός γάρ εστιν ο Θεός στήσαι αυτόν.
Απόδοση στη νεοελληνική:
Αδελφοί, αυτά να κάνετε, τοσούτω μάλλον καθ’ όσον γνωρίζετε σε τι καιρόν ζούμε: ότι είναι πλέον ώρα να ξυπνήσετε από τον ύπνον, διότι τώρα είναι πλησιέστερα σ’ εμάς η σωτηρία παρά τότε που επιστέψαμε. Η νύχτα επροχώρησε· η ημέρα επλησίασε. Άς πετάξουμε λοιπόν τα έργα του σκότους και ας οπλισθούμε με τα όπλα του φωτός. Άς είναι η συμπεριφορά μας σεμνή, όπως όταν είναι ημέρα, όχι συμπόσια και μεθύσια, όχι ακολασίες και ασέλγειες, όχι έριδες και ζηλοτυπίες, αλλ’ ενδυθήτε τον Κύριον Ιησούν Χριστόν και μη φροντίζετε διά την σάρκα διά να ικανοποιήσετε τάς επιθυμίας της.

Εκείνον που είναι ασθενής κατά την πίστιν, να τον δέχεσθε, αλλ’ όχι διά συζητήσεις γνωμών. Ο ένας πιστεύει ότι επιτρέπεται να φάγη από όλα, αλλ’ ο ασθενής τρώγει λάχανα. Εκείνος που τρώγει, ας μη περιφρονή εκείνον που δεν τρώγει, και εκείνος που δεν τρώγει, ας μη κρίνη εκείνον που τρώγει, διότι ο Θεός τον έχει δεχθή. Ποιός είσαι σύ που κρίνεις ξένον υπηρέτην; Το αν θα σταθή ή θα πέση αφορά τον δικόν του κύριον, θα σταθή όμως, διότι ο Θεός έχει την δύναμιν να τον κάνη να σταθή.


Κατά Λουκάν (α΄ 1-25, 57-68, 76 & 80)
Επειδήπερ πολλοί επεχείρησαν ανατάξασθαι διήγησιν περί των πεπληροφορημένων εν ημίν πραγμάτων καθώς παρέδοσαν ημίν οι απ᾿ αρχής αυτόπται και υπηρέται γενόμενοι του λόγου, έδοξε καμοί, παρηκολουθηκότι άνωθεν πάσιν ακριβώς, καθεξής σοι γράψαι, κράτιστε Θεόφιλε, ίνα επιγνώς περί ών κατηχήθης λόγων την ασφάλειαν.

᾿Εγένετο εν ταίς ημέραις Ηρώδου του βασιλέως της Ιουδαίας ιερεύς τις ονόματι Ζαχαρίας εξ εφημερίας Αβιά, και η γυνή αυτού εκ των θυγατέρων Ααρών, και το όνομα αυτής Ελισάβετ. Ήσαν δε δίκαιοι αμφότεροι ενώπιον του Θεού, πορευόμενοι εν πάσαις ταίς εντολαίς και δικαιώμασι του Κυρίου άμεμπτοι. Και ουκ ήν αυτοίς τέκνον, καθότι η Ελισάβετ ήν στείρα, και αμφότεροι προβεβηκότες εν ταίς ημέραις αυτών ήσαν.

Εγένετο δε εν τώ ιερατεύειν αυτόν εν τη τάξει της εφημερίας αυτού έναντι του Θεού, κατά το έθος της ιερατείας έλαχε του θυμιάσαι εισελθών εις τον ναόν του Κυρίου· και πάν το πλήθος ήν του λαού προσευχόμενον έξω τη ώρα του θυμιάματος. Ώφθη δε αυτώ άγγελος Κυρίου εστώς εκ δεξιών του θυσιαστηρίου του θυμιάματος. Και εταράχθη Ζαχαρίας ιδών, και φόβος επέπεσεν επ᾿ αυτόν.

Είπε δε πρός αυτόν ο άγγελος· μη φοβού, Ζαχαρία· διότι εισηκούσθη η δέησίς σου, και η γυνή σου Ελισάβετ γεννήσει υιόν σοι, και καλέσεις το όνομα αυτού Ιωάννην· και έσται χαρά σοι και αγαλλίασις, και πολλοί επί τη γεννήσει αυτού χαρήσονται. Έσται γάρ μέγας ενώπιον του Κυρίου, και οίνον και σίκερα ου μη πίη και Πνεύματος Αγίου πλησθήσεται έτι εκ κοιλίας μητρός αυτού, και πολλούς των υιών Ισραήλ επιστρέψει επί Κύριον τον Θεόν αυτών· και αυτός προελεύσεται ενώπιον αυτού εν πνεύματι και δυνάμει Ηλιού, επιστρέψαι καρδίας πατέρων επί τέκνα και απειθείς εν φρονήσει δικαίων, ετοιμάσαι Κυρίω λαόν κατεσκευασμένον.

Καί είπε Ζαχαρίας πρός τον άγγελον· κατά τι γνώσομαι τούτο; Εγώ γάρ ειμι πρεσβύτης και η γυνή μου προβεβηκυία εν ταίς ημέραις αυτής. Και αποκριθείς ο άγγελος είπεν αυτώ· εγώ ειμι Γαβριήλ ο παρεστηκώς ενώπιον του Θεού, και απεστάλην λαλήσαι πρός σε και ευαγγελίσασθαί σοι ταύτα. Και ιδού έση σιωπών και μη δυνάμενος λαλήσαι άχρι ής ημέρας γένηται ταύτα, ανθ᾿ ών ουκ επίστευσας τοίς λόγοις μου, οίτινες πληρωθήσονται εις τον καιρόν αυτών.

Καί ήν ο λαός προσδοκών τον Ζαχαρίαν, και εθαύμαζον εν τώ χρονίζειν αυτόν εν τώ ναώ. Εξελθών δε ουκ ηδύνατο λαλήσαι αυτοίς, και επέγνωσαν ότι οπτασίαν εώρακεν εν τώ ναώ· και αυτός ήν διανεύων αυτοίς, και διέμενε κωφός.

Καί εγένετο ως επλήσθησαν αι ημέραι της λειτουργίας αυτού, απήλθεν εις τον οίκον αυτού. Μετά δε ταύτας τάς ημέρας συνέλαβεν Ελισάβετ η γυνή αυτού, και περιέκρυβεν εαυτήν μήνας πέντε, λέγουσα ότι ούτω μοι πεποίηκεν ο Κύριος εν ημέραις αίς επείδεν αφελείν το όνειδός μου εν ανθρώποις.

Τή δε Ελισάβετ επλήσθη ο χρόνος του τεκείν αυτήν, και εγέννησεν υιόν. Και ήκουσαν οι περίοικοι και οι συγγενείς αυτής ότι εμεγάλυνε Κύριος το έλεος αυτού μετ᾿ αυτής, και συνέχαιρον αυτή.

Καί εγένετο εν τη ογδόη ημέρα ήλθον περιτεμείν το παιδίον, και εκάλουν αυτό επί τώ ονόματι του πατρός αυτού Ζαχαρίαν. Και αποκριθείσα η μήτηρ αυτού είπεν· ουχί, αλλά κληθήσεται Ιωάννης. Και είπον πρός αυτήν ότι ουδείς εστιν εν τη συγγενεία σου ός καλείται τώ ονόματι τούτω· ενένευον δε τώ πατρί αυτού το τι αν θέλοι καλείσθαι αυτόν. Και αιτήσας πινακίδιον έγραψε λέγων· Ιωάννης εστί το όνομα αυτού· και εθαύμασαν πάντες. Ανεώχθη δε το στόμα αυτού παραχρήμα και η γλώσσα αυτού, και ελάλει ευλογών τον Θεόν.

Καί εγένετο επί πάντας φόβος τους περιοικούντας αυτούς, και εν όλη τη ορεινή της ᾿Ιουδαίας διελαλείτο πάντα τα ρήματα ταύτα, και έθεντο πάντες οι ακούσαντες εν τη καρδία αυτών λέγοντες· τι άρα το παιδίον τούτο έσται; και χείρ Κυρίου ήν μετ᾿ αυτού. Και Ζαχαρίας ο πατήρ αυτού επλήσθη Πνεύματος Αγίου και προεφήτευσε λέγων· Ευλογητός Κύριος, ο Θεός του Ισραήλ, ότι επεσκέψατο και εποίησε λύτρωσιν τώ λαώ αυτού. Και σύ, παιδίον, προφήτης υψίστου κληθήση· προπορεύση γάρ πρό προσώπου Κυρίου ετοιμάσαι οδούς αυτού

Τό δε παιδίον ηύξανε και εκραταιούτο πνεύματι, και ήν εν ταίς ερήμοις έως ημέρας αναδείξεως αυτού πρός τον Ισραήλ.



Απόδοση στη νεοελληνική:
Επειδή πολλοί επεχείρησαν να συντάξουν διήγησιν διά τα γεγονότα, που συνέβησαν μεταξύ μας, σύμφωνα πρός όσα μας παρέδωκαν εκείνοι που από την αρχήν ήσαν αυτόπται μάρτυρες και υπηρέται του κηρύγματος, απεφάσισα και εγώ, που παρακολούθησα όλα από την αρχήν με ακρίβειαν, να σου τα καταγράψω κατά σειράν, ευγενέστατε Θεόφιλε, διά να γνωρίσης την βεβαιότητα των πραγμάτων που εδιδάχθηκες.

Κατά τάς ημέρας του Ηρώδη του βασιλέως της Ιουδαίας, εζούσε κάποιος ιερεύς, ονομαζόμενος Ζαχαρίας, από την τάξιν του Αβιά και είχε γυναίκα από τάς απογόνους του Ααρών, της οποίας το όνομα ήτο Ελισάβετ. Ήσαν και οι δύο δίκαιοι ενώπιον του Θεού, διότι εζούσαν άμεμπτον βίον σύμφωνα πρός όλας τάς εντολάς και τάς διατάξεις του Κυρίου. Δεν είχαν όμως παιδί, διότι η Ελισάβετ ήτο στείρα και ήσαν και οι δύο προχωρημένης ηλικίας.

Συνέβη δε κατά την διάρκειαν της τελέσεως των ιερατικών του καθηκόντων ενώπιον του Θεού, κατά την σειράν της τάξεώς του, να πέση εις αυτόν, κατά την συνήθειαν της ιερατικής υπηρεσίας, ο κλήρος να θυμιάση και να εισέλθη εις τον ναόν του Κυρίου. Ολόκληρον δε το πλήθος του λαού προσευχότανε έξω κατά την ώρα του θυμιάματος. Τότε εμφανίσθηκε εις αυτόν άγγελος του Κυρίου, ο οποίος εστεκότανε εις τα δεξιά του θυσιαστηρίου του θυμιάματος.

Καί ετεράχθηκε ο Ζαχαρίας, όταν τον είδε και τον κατέλαβε φόβος. Του είπε δε ο άγγελος, «Μή φοβάσαι, Ζαχαρία, διότι η προσευχή σου έχει εισακουσθή και η γυναίκά σου η Ελισάβετ θα σου γεννήση υιόν και θα τον ονομάσης Ιωάννην, και θα σου είναι χαρά και αγαλλίασις και πολλοί θα χαρούν διά την γέννησίν του, διότι θα είναι μέγας ενώπιον του Κυρίου. Κρασί και οινοπνευματώδη ποτά δεν θα πιή. Θα είναι γεμάτος Πνεύμα Άγιον από την κοιλιά ακόμη της μητέρας του, και πολλούς από τους απογόνους του Ισραήλ θα τους κάνη να επιστρέψουν εις τον Κύριον τον Θεόν τους. Και θα έλθη πρίν απ’ αυτόν με το πνεύμα και την δύναμιν του Ηλία, ώστε να κάμη να γυρίσουν οι καρδιές των γονέων εις τα παιδιά τους και οι απειθείς να αποκτήσουν το φρόνημα των δικαίων και έτσι να ετοιμάση διά τον Κύριον λαόν προδιατεθειμένον».

Καί είπεν ο Ζαχαρίας εις τον άγγελον, «Πώς θα πεισθώ γι’ αυτό; Διότι εγώ είμαι ηλικιωμένος και η γυναίκά μου προχωρημένης ηλικίας». Και απεκρίθη ο άγγελος, «Εγώ είμαι ο Γαβριήλ, ο οποίος παρουσιάζομαι ενώπιον του Θεού και είμαι σταλμένος να σου μιλήσω και να σου φέρω την ευχάριστη αυτήν αγγελίαν. Και ιδού, θα είσαι βουβός και δεν θα μπορής να μιλής έως την ημέραν, που θα γίνουν αυτά, επειδή δεν επίστεψες εις τους λόγους μου, οι οποίοι θα εκπληρωθούν εις τον καιρό τους».

Καί ο λαός ανέμενε τον Ζαχαρίαν και απορούσαν, διότι αργοπορούσε πολύ εις τον ναόν. Όταν εβγήκε, δεν μπορούσε να τους μιλήση και κατάλαβαν ότι είχε ιδή όραμα εις τον ναόν. Αυτός δε τους έκανε νεύματα και παρέμενε βουβός. Και όταν συμπληρώθηκαν αι ημέραι της ιερατικής του υπηρεσίας, έφυγε διά το σπίτι του.

Ύστερα από τάς ημέρας αυτάς η Ελισάβετ, η γυναίκά του, έμεινε έγκυος και έκρυβε τον εαυτόν της επί πέντε μήνας και έλεγε, «Αυτό μου έκανε ο Κύριος κατά τάς ημέρας, που ενδιαφέρθηκε να μου αφαιρέση την εντροπήν μεταξύ των ανθρώπων».

Καί ήλθε ο καιρός της Ελισάβετ να γεννήση, και εγέννησε υιόν. Και άκουσαν οι γείτονες και οι συγγενείς της ότι ο Κύριος έδειξε πολύ έλεος εις αυτήν και την συνέχαιραν.

Τήν ογδόην ημέραν ήλθαν διά να έκτελέσουν την περιτομήν του παιδιού και ήθελαν να το ονομάσουν με το όνομα του πατέρα του, Ζαχαρίαν. Αλλ’ η μητέρα του είπε, «Όχι, θα ονομασθή Ιωάννης». Και αυτοί της είπαν, «Δέν είναι κανείς από τους συγγενείς σου που να έχη το όνομα αυτό». Με νεύματα δε ερωτούσαν τον πατέρα του πως ήθελε αυτός να το ονομάσουν. Και αυτός εζήτησε μικρή πλάκα και έγραψε τα εξής: «Ιωάννης είναι το όνομά του».

Καί εξεπλάγησαν όλοι. Άνοιξε δε αμέσως το στόμα του και η γλώσσα του και ευλογούσε τον Θεόν. Και κατέλαβε φόβος όλους, όσοι κατοικούσαν γύρω, και τα γεγονότα αυτά διεδίδοντο εις όλην την ορεινήν περιοχήν της Ιουδαίας. Και όλοι, όσοι τα άκουσαν, τα έβαλαν εις την καρδιά τους και έλεγαν, «Τί άραγε θα γίνη το παιδί αυτό;». Και πραγματικά το χέρι του Κυρίου ήτο μαζί του. Και ο Ζαχαρίας, ο πατέρας του, επληρώθη από Πνεύμα Άγιον και επροφήτευσε και είπε, «Ευλογητός ο Κύριος, ο Θεός του Ισραήλ, διότι ενδιαφέρθηκε και ελύτρωσε τον λαόν του·

Καί σύ, παιδί, θα ονομασθής προφήτης του Υψίστου»

Τό δε παιδί εμεγάλωνε και εδυνάμωνε κατά το πνεύμα και ήτο εις τάς ερήμους έως την ημέραν της εμφανίσεώς του εις τον Ισραήλ.

Πηγή: 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου