7 Οκτωβρίου 2023

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Κυριακή 8 Οκτωβρίου - Γ΄ Λουκά

 

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Β' Θ´ 6 - 11

Τοῦτο δέ, ὁ σπείρων φειδομένως φειδομένως καὶ θερίσει, καὶ ὁ σπείρων ἐπ’ εὐλογίαις ἐπ’ εὐλογίαις καὶ θερίσει. 7 ἕκαστος καθὼς προαιρεῖται τῇ καρδίᾳ, μὴ ἐκ λύπης ἢ ἐξ ἀνάγκης· ἱλαρὸν γὰρ δότην ἀγαπᾷ ὁ Θεός. 8 δυνατὸς δὲ ὁ Θεὸς πᾶσαν χάριν περισσεῦσαι εἰς ὑμᾶς, ἵνα ἐν παντὶ πάντοτε πᾶσαν αὐτάρκειαν ἔχοντες περισσεύητε εἰς πᾶν ἔργον ἀγαθόν, 9 καθὼς γέγραπται· ἐσκόρπισεν, ἔδωκε τοῖς πένησιν, ἡ δικαιοσύνη αὐτοῦ μένει εἰς τὸν αἰῶνα. 10 Ὁ δὲ ἐπιχορηγῶν σπέρμα τῷ σπείροντι καὶ ἄρτον εἰς βρῶσιν χορηγήσαι καὶ πληθύναι τὸν σπόρον ὑμῶν καὶ αὐξήσαι τὰ γενήματα τῆς δικαιοσύνης ὑμῶν· 11 ἐν παντὶ πλουτιζόμενοι εἰς πᾶσαν ἁπλότητα, ἥτις κατεργάζεται δι’ ἡμῶν εὐχαριστίαν τῷ Θεῷ·

Μετάφραση

Τοῦτο δὲ πρέπει νὰ γνωρίζετε, ὅτι ἐκεῖνος ποὺ σπείρει μὲ τσιγγουνιάν, μὲ τσιγγουνιὰν καὶ θὰ θερίσῃ. Καὶ ἐκεῖνος ποὺ σπείρει ἄφθονα, ἄφθονα καὶ θὰ θερίση. 7 Ὁ καθένας ἂς δίδῃ σύμφωνα μὲ τὴν ἐλευθέραν διάθεσιν τῆς καρδίας του, ὄχι μὲ λύπην ἢ ἀπὸ ἀνάγκην, διότι ὁ Θεὸς ἀγαπᾷ ἐκεῖνον, ποὺ δίδει μὲ προθυμίαν καὶ χαρούμενον πρόσωπον. 8 Εἶναι δὲ δυνατὸς ὁ Θεὸς νὰ σᾶς δώσῃ ὑπεράφθονον κάθε χάριν· καὶ τὴν χάριν τουτέστι τῆς προθυμίας εἰς τὸ νὰ εἰσφέρετε γενναίως, καὶ τὴν χάριν τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν, ὥστε νὰ ἔχετε πάντοτε εἰς ὅλα ἀπὸ τὸν ἑαυτόν σας κάθε ἐπάρκειαν καὶ νὰ πράττετε μὲ τὸ παραπάνω κάθε ἔργον ἀγαθόν. 9 Καὶ ἔτσι νὰ γίνῃ καὶ μὲ σᾶς σύμφωνα μὲ ἐκεῖνο, ποὺ λέγει ἡ Γραφή: Ἐμοίρασεν ἄφθονα, ἔδωκεν εἰς τοὺς πτωχούς· ἡ ἐκ τῶν ἀγαθοεργιῶν ἀρετή του μένει διὰ παντός. 10 Ὁ Θεὸς δέ, ὁ ὁποῖος χορηγεῖ ἄφθονον σπόρον εἰς ἐκεῖνον ποὺ σπέρνει, καὶ ἄρτον διὰ νὰ τρώγωμεν, εἴθε νὰ χορηγήσῃ καὶ νὰ πληθύνῃ τὰ ὑλικὰ ἀγαθά σας καὶ νὰ αὐξήσῃ τοὺς καρποὺς τῆς ἀγαθοεργίας σας, 11 ὥστε νὰ γίνεσθε πλούσιοι εἰς κάθε τι, εἰς κάθε εἶδος γενναιοδωρίας, ἡ ὁποία διὰ μέσου ἡμῶν τῶν Ἀποστόλων, ποὺ μεταφέρομεν τὰς συνεισφοράς σας, συντελεῖ εἰς τὸ νὰ ἀναπέμπωνται εὐχαριστίαι εἰς τὸν Θεόν.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ (Λουκ. ζ΄ 11-16)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐπορεύετο ὁ Ἰησοῦς εἰς πόλιν καλουμένην Ναΐν· καὶ συνεπορεύοντο αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἱκανοὶ καὶ ὄχλος πολύς. Ὡς δὲ ἤγγισε τῇ πύλῃ τῆς πόλεως, καὶ ἰδοὺ ἐξεκομίζετο τεθνηκὼς υἱὸς μονογενὴς τῇ μητρὶ αὐτοῦ, καὶ αὕτη ἦν χήρα, καὶ ὄχλος τῆς πόλεως ἱκανὸς ἦν σὺν αὐτῇ. Καὶ ἰδὼν αὐτὴν ὁ Κύριος ἐσπλαγχνίσθη ἐπ' αὐτῇ καὶ εἶπεν αὐτῇ· Μὴ κλαῖε· καὶ προσελθὼν ἥψατο τῆς σοροῦ, οἱ δὲ βαστάζοντες ἔστησαν, καὶ εἶπε· Νεανίσκε, σοὶ λέγω, ἐγέρθητι. Καὶ ἀνεκάθισεν ὁ νεκρὸς καὶ ἤρξατο λαλεῖν, καὶ ἔδωκεν αὐτὸν τῇ μητρὶ αὐτοῦ. Ἒλαβε δὲ φόβος πάντας, καὶ ἐδόξαζον τὸν Θεὸν, λέγοντες ὅτι προφήτης μέγας ἠγήγερται ἐν ἡμῖν, καὶ ὅτι ἐπεσκέψατο ὁ Θεὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ.

Μετάφραση

Εκεῖνο τόν καιρό, πῆγε ὁ Ἰησοῦς σέ μία πόλη  πού λεγότανε Ναΐν. Μαζί του ἦταν ἀρκετοί μαθητές του καί πολύ πλῆθος. Τήν ὥρα πού πλησίαζαν στήν πύλη τῆς πόλης, βγάζανε ἕνα νεκρό, τό μονάκριβο γιό μιάς μάνας, πού μάλιστα ἦταν χήρα. Κόσμος πολύς ἀπό τήν πόλη τή συνόδευε. Ὅταν εἶδε τή χήρα ὁ Κύριος, τή σπλαχνίστηκε καί τῆς εἶπε: «Μήν κλαῖς». Ἔπειτα προχώρησε, ἀκούμπησε τή σορό, καί, ἀφοῦ στό μεταξύ αὐτοί πού βαστοῦσαν τό φέρετρο σταμάτησαν, εἶπε: «Νεαρέ, σέ διατάζω νά σηκωθεῖς». Ἀνακάθισε ὁ νεκρός κι ἄρχισε νά μιλάει. Ὁ Ἰησοῦς τότε τόν παρέδωσε στή μητέρα του. Ὅλους τους κυρίεψε δέος καί δόξαζαν τό Θεό λέγοντας: «Μεγάλος προφήτης ἐμφανίστηκε ἀνάμεσά μας!» καί: «Ὁ Θεός ἦρθε νά σώσει τό λαό του!»

Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου