18 Οκτωβρίου 2025

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Κυριακή 6 Οκτωβρίου - Γ΄ Λουκά

 


Απόστολος (Β΄ Κορ. ια΄ 31- ιβ΄ 9)

Αδελφοί, ὁ Θεὸς καὶ πατὴρ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ οἶδεν, ὁ ὢν εὐλογητὸς εἰς τοὺς αἰῶνας, ὅτι οὐ ψεύδομαι. Ἐν Δαμασκῷ ὁ ἐθνάρχης Ἀρέτα τοῦ βασιλέως ἐφρούρει τὴν Δαμασκηνῶν πόλιν πιάσαι με θέλων, καὶ διὰ θυρίδος ἐν σαργάνῃ ἐχαλάσθην διὰ τοῦ τείχους καὶ ἐξέφυγον τὰς χεῖρας αὐτοῦ. Καυχᾶσθαι δὴ οὐ συμφέρει μοι· ἐλεύσομαι γὰρ εἰς ὀπτασίας καὶ ἀποκαλύψεις Κυρίου. Οἶδα ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ πρὸ ἐτῶν δεκατεσσάρων· εἴτε ἐν σώματι οὐκ οἶδα εἴτε ἐκτὸς τοῦ σώματος οὐκ οἶδα, ὁ Θεὸς οἶδεν· ἁρπαγέντα τὸν τοιοῦτον ἕως τρίτου οὐρανοῦ. Καὶ οἶδα τὸν τοιοῦτον ἄνθρωπον· εἴτε ἐν σώματι εἴτε ἐκτὸς τοῦ σώματος οὐκ οἶδα, ὁ Θεὸς οἶδεν· ὅτι ἡρπάγη εἰς τὸν παράδεισον καὶ ἤκουσεν ἄρρητα ῥήματα, ἃ οὐκ ἐξὸν ἀνθρώπῳ λαλῆσαι. Ὑπὲρ τοῦ τοιούτου καυχήσομαι, ὑπὲρ δὲ ἐμαυτοῦ οὐ καυχήσομαι εἰ μὴ ἐν ταῖς ἀσθενείαις μου. Ἐὰν γὰρ θελήσω καυχήσασθαι, οὐκ ἔσομαι ἄφρων· ἀλήθειαν γὰρ ἐρῶ· φείδομαι δὲ μή τις εἰς ἐμὲ λογίσηται ὑπὲρ ὃ βλέπει με ἢ ἀκούει τι ἐξ ἐμοῦ. Καὶ τῇ ὑπερβολῇ τῶν ἀποκαλύψεων ἵνα μὴ ὑπεραίρωμαι, ἐδόθη μοι σκόλοψ τῇ σαρκί, ἄγγελος σατᾶν, ἵνα με κολαφίζῃ ἵνα μὴ ὑπεραίρωμαι. Ὑπὲρ τούτου τρὶς τὸν Κύριον παρεκάλεσα, ἵνα ἀποστῇ ἀπ' ἐμοῦ· καὶ εἴρηκέ μοι· Ἀρκεῖ σοι ἡ χάρις μου· ἡ γὰρ δύναμίς μου ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται. Ἣδιστα οὖν μᾶλλον καυχήσομαι ἐν ταῖς ἀσθενείαις μου, ἵνα ἐπισκηνώσῃ ἐπ' ἐμὲ ἡ δύναμις τοῦ Χριστοῦ.

Μετάφραση

Αδελφοί, ὁ Θεός καί Πατέρας τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ - ἄς εἶναι εὐλογημένο τό ὄνομά του στούς αἰῶνες - ξέρει ὅτι δέ λέω ψέματα. Στή Δαμασκό, ὁ διοικητής-ἐκπρόσωπος τοῦ βασιλιᾶ Ἀρέτα ἔβαλε φρουρούς σέ ὅλη τήν πόλη γιά νά μέ συλλάβει. Μέσα ὅμως ἀπό ἕνα ἄνοιγμα τοῦ τείχους μέ κατέβασαν μέ καλάθι καί ξέφυγα ἀπό τά χέρια του. Δέ μέ συμφέρει βέβαια νά καυχηθῶ· θά τό κάνω ὅμως γιατί πρόκειται γιά ὁράματα κι ἀποκαλύψεις πού μοῦ χάρισε ὁ Κύριος. Ξέρω ἕναν ἄνθρωπο πιστό, ὁ ὁποῖος πρίν ἀπό δεκατέσσερα χρόνια ἀνυψώθηκε μέχρι καί τόν τρίτο οὐρανό - δέν ξέρω ἄν ἦταν μέ τό σῶμα του ἤ χωρίς τό σῶμα, αὐτό ὁ Θεός τό ξέρει. Ξέρω ὅτι αὐτός ὁ ἄνθρωπος - ἤ ἦταν μέ τό σῶμα ἤ χωρίς τό σῶμα δέν τό ξέρω, ὁ Θεός τό ξέρει - μεταφέρθηκε ξαφνικά στόν παράδεισο καί ἄκουσε λόγια πού δέν μπορεῖ οὔτε ἐπιτρέπεται νά τά πεῖ ἄνθρωπος. Γι΄ αὐτό τόν ἄνθρωπο θά καυχηθῶ· γιά τόν ἑαυτό μου ὅμως δέ θά καυχηθῶ, παρά μόνο γιά τίς ταλαιπωρίες μου. Ἅμα θελήσω, λοιπόν, νά καυχηθῶ, δέ θά φανῶ ἀνόητος, γιατί θά πῶ τήν ἀλήθεια. Τό ἀποφεύγω ὅμως, μήπως ἐξαιτίας τοῦ μεγαλείου τῶν ἀποκαλύψεων, μέ θεωρήσει κανείς παραπάνω ἀπ΄ αὐτό πού βλέπει ἤ ἀκούει ἀπό μένα. Γιά νά μήν περηφανεύομαι ὅμως, ὁ Θεός μοῦ ἔδωσε ἕνα ἀγκάθι στό σῶμα μου, ἕναν ὑπηρέτη τοῦ σατανᾶ νά μέ ταλαιπωρεῖ, ὥστε νά μήν περηφανεύομαι. Γι΄ αὐτό τό ἀγκάθι τρεῖς φορές παρακάλεσα τόν Κύριο νά τό διώξει ἀπό πάνω μου. Ἡ ἀπάντησή του ἦταν: «Σού ἀρκεῖ ἡ χάρη μου, γιατί ἡ δύναμή μου φανερώνεται στήν πληρότητά της μέσα σ΄ αὐτή τήν ἀδυναμία σου». Μέ περισσότερη εὐχαρίστηση, λοιπόν, θά καυχηθῶ, γιά τίς ταλαιπωρίες μου, γιά νά κατοικήσει μέσα μου ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ (Λουκ. ζ΄ 11-16)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐπορεύετο ὁ Ἰησοῦς εἰς πόλιν καλουμένην Ναΐν· καὶ συνεπορεύοντο αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἱκανοὶ καὶ ὄχλος πολύς. Ὡς δὲ ἤγγισε τῇ πύλῃ τῆς πόλεως, καὶ ἰδοὺ ἐξεκομίζετο τεθνηκὼς υἱὸς μονογενὴς τῇ μητρὶ αὐτοῦ, καὶ αὕτη ἦν χήρα, καὶ ὄχλος τῆς πόλεως ἱκανὸς ἦν σὺν αὐτῇ. Καὶ ἰδὼν αὐτὴν ὁ Κύριος ἐσπλαγχνίσθη ἐπ' αὐτῇ καὶ εἶπεν αὐτῇ· Μὴ κλαῖε· καὶ προσελθὼν ἥψατο τῆς σοροῦ, οἱ δὲ βαστάζοντες ἔστησαν, καὶ εἶπε· Νεανίσκε, σοὶ λέγω, ἐγέρθητι. Καὶ ἀνεκάθισεν ὁ νεκρὸς καὶ ἤρξατο λαλεῖν, καὶ ἔδωκεν αὐτὸν τῇ μητρὶ αὐτοῦ. Ἒλαβε δὲ φόβος πάντας, καὶ ἐδόξαζον τὸν Θεὸν, λέγοντες ὅτι προφήτης μέγας ἠγήγερται ἐν ἡμῖν, καὶ ὅτι ἐπεσκέψατο ὁ Θεὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ.

Μετάφραση

Εκεῖνο τόν καιρό, πῆγε ὁ Ἰησοῦς σέ μία πόλη  πού λεγότανε Ναΐν. Μαζί του ἦταν ἀρκετοί μαθητές του καί πολύ πλῆθος. Τήν ὥρα πού πλησίαζαν στήν πύλη τῆς πόλης, βγάζανε ἕνα νεκρό, τό μονάκριβο γιό μιάς μάνας, πού μάλιστα ἦταν χήρα. Κόσμος πολύς ἀπό τήν πόλη τή συνόδευε. Ὅταν εἶδε τή χήρα ὁ Κύριος, τή σπλαχνίστηκε καί τῆς εἶπε: «Μήν κλαῖς». Ἔπειτα προχώρησε, ἀκούμπησε τή σορό, καί, ἀφοῦ στό μεταξύ αὐτοί πού βαστοῦσαν τό φέρετρο σταμάτησαν, εἶπε: «Νεαρέ, σέ διατάζω νά σηκωθεῖς». Ἀνακάθισε ὁ νεκρός κι ἄρχισε νά μιλάει. Ὁ Ἰησοῦς τότε τόν παρέδωσε στή μητέρα του. Ὅλους τους κυρίεψε δέος καί δόξαζαν τό Θεό λέγοντας: «Μεγάλος προφήτης ἐμφανίστηκε ἀνάμεσά μας!» καί: «Ὁ Θεός ἦρθε νά σώσει τό λαό του!»

Πηγή

Κυριακή Γ' Λουκᾶ. ''Μήν κλαίς, ἐγώ εἶμαι γιά σένα''

 


Ὁμιλία τοῦ Μακαριστοῦ Πατρός Δωροθέου, στό αὐριανό  Εὐαγγέλιο
Κυριακή Γ' Λουκᾶ.
Τήν εὐχή νά ἔχουμε καί νά πρεσβεύει γιά ὅλους μας!!!

Γέροντος Δωροθέου: «Μή κλαῖε...»

 


ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ ΛΟΥΚΑ
μελέτη στό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα

Ὅταν συναντήθηκαν οἱ δύο πομπές, τοῦ θανάτου ἀπό τήν μία καί τῆς ζωῆς ἀπό τήν ἄλλη, ἐκεῖνο πού ἐκίνησε τόν Χριστό νά ἀναστήσει τόν υἱό τῆς χήρας ἦταν τό γεγονός ὅτι «ἐσπλαχνίσθη ἐπ’ αὐτήν». Αὐτή τήν φορά κανείς δέν τόν προσκάλεσε παρά μόνο ἡ εὐσπλαχνία του.
Ὁ Χριστός εἶναι ἡ ζωή. Τό ἐδήλωσε ὁ ἴδιος: «ἐγώ εἰμί ἡ ὁδός, ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή». Γιά νά ζήσει κανείς γιά πάντα πρέπει νά ἑνωθεῖ μαζύ του. Μερικές φορές ἐδάκρυσε στήν διάρκεια τῆς ἐπίγειας

4 Οκτωβρίου 2025

Γέροντος Δωροθέου: «Πλήν ἀγαπᾶτε τούς ἐχθρούς ὑμῶν, ...καί ἔσεσθαι υἱοί τοῦ Ὑψίστου»

 


ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΛΟΥΚΑ

μελέτη στό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα

«Ποία ὑμῖν χάρις ἐστί;» Ὁ Κύριος βεβαιώνει ὅτι ἄν ἀγαπᾶς μέ ἰδιοτέλεια ἤ ἀγαθοποιεῖς στούς ἀγαθοποιοῦντες σε ἤ δανείζεις γιά νά πάρεις πίσω, δέν ἔχεις «χάρι». Ἡ χάρις ἔρχεται μέ τήν ὑπέρβαση τοῦ προσωπικοῦ ὠφέλους. Ὁ μισθός εἶναι πολύς: γίνεσαι υἱός τοῦ Ὑψίστου.

Ὁ Ἅγιος Σεραφείμ τοῦ Σαρώφ ἔλεγε ὅτι ὁ σκοπός τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρὠπου εἶναι ἡ προσέλκυση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ πνευματική, καί ὄχι μόνο, ζωή ἀποσκοπεῖ στήν ἔλευση τῆς χάριτος, τήν γεύση τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ. Ἡ ὀρθόδοξη ἄσκηση, ἡ προσευχή, ἡ ταπείνωση, ἡ μετάνοια εἶναι ἡ ὁδός προκειμένου νά μᾶς ἐπισκευθεῖ ἡ χάρις πού ἀλλοιώνει τόν ἄνθρωπο καί τόν καθιστᾶ δοχεῖο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτή ἡ καλή ἀλλοίωση πού ὁ Ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης ὀνόμαζε τό «νά ζεῖς καταστάσεις» δέν ἔρχεται παρά μέ τήν ὑπέρβαση τοῦ ἐγωκεντρικότητας καί τήν κίνηση, τό ἅπλωμα πρός τούς ἄλλους. Ἐξωτερικά φαίνεται σάν θυσία, στήν οὐσία ὅμως εἶναι ἡ κατά φύση ζωή. Ἡ ἀτομικότητα εἶναι ἡ παρά φύση ζωή. Ἡ ἀγάπη εἶναι συνώνυμη τῆς θυσίας.

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει στους Κολασσαεῖς ὅτι ὅταν εὑρίσκοντο ἐκτός Ἐκκλησίας, ἀγόμενοι ἀπό τό κοσμικό πνεῦμα ἦσαν «ἀπαλλοτριωμένοι» (Κολ. 1,21). Ἡ ζωή χωρίς τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ἀλλοτρίωση! Ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι ὁ ἑαυτός του, εἶναι «ἄλλος». Εἶναι ξένος τοῦ ἑαυτοῦ του. Γιά τόν λόγο αὐτό ὁ ἄσωτος υἱός στή ὁμώνυμη παραβολή ἐκινήθη πρός τόν Πατέρα ὅταν «ἦλθε εἰς ἑαυτόν». Ὁ ἄνθρωπος γίνεται ὁ ἑαυτός του ὅταν στρέφεται στόν Θεό. Ἡ κίνηση γύρω ἀπό τό ἀτομικό ψεύτικο συμφέρον εἶναι πλάνη. Τό ἀληθινό συμφέρον εἶναι ἡ ἀνιδιοτελής ἀγάπη πού ἐλευθερώνει. Ἡ πορεία μέσα σέ ἕνα πλέγμα μικροσυμφέροντος εἶναι καταδυνάστευση καί δέν προσφέρει λύτρωση. Ἡ κίνηση πρός τόν Θεό, πού εἶναι ἀγάπη, ἐπαναφέρει τόν ἄνθρωπο στόν λόγο γιά τόν ὁποῖο πλάσθηκε καί δίνει σκοπό στήν ζωή του. Διαφορετικά ἡ ζωή εἶναι ἀνούσια ὅταν ἀποσκοπεῖ στήν ἐξυπηρέτηση προσωπικῶν προτεταιοτήτων καί γίνεται πηγή δυστυχίας. Τίποτε δέν ἱκανοποιεῖ τόν ἄνθρωπο, ἐπειδή ἀπό ἔνστικτο ποθεῖ μίαν ἄλλη ζωή: τήν ἐν Χριστῶ ζωή.

Ὁ Ἁπ. Παῦλος στίς ἐπιστολές του ἀναφέρεται ἐπίσης στήν θεολογία τῆς υἱοθεσίας. Ὁ Θεός μᾶς κατέστησε υἱούς καί κληρονόμους τῆς βασιλείας του. Γιά τόν λόγο αὐτό συμβουλεύει: «ὡς τέκνα φωτός περιπατεῖτε» (Ἐφ. 5,8). Ὁ χριστιανός ἔχει μιά ἀγάπη «ἀρχοντική» κατά τόν Ἅγιο Παΐσιο. Ἡ ἀρχοντιά ἔγκειται στό ὅτι δέν τόν πειράζει νά τοῦ παίρνουν ἀκόμη καί ὅτι λογίζεται δικό του, δεδομένου ὅτι «ἡ ἀγάπη οὐ ζητεῖ τά ἑαυτῆς». Οἱ ἄνθρωποι πού γνώρισαν τόν Θεό εἶναι οἱ «πτωχοί τούς ἄλλους πλουτίζοντες, μηδέν ἔχοντες καί τά πάντα κατέχοντες» (Β΄ Κορ. 6,10).

Προκειμένου νά ἀρθεῖ ὁ ἄνθρωπος σέ αὐτό τό ὕψος ὠφείλει νά ἀσκηθεῖ. Συνήθως ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐγκλωβισμένος στό στενό ἀτομικό συμφέρον καί τόν λαθεμένο λογισμό, ἐπειδή δέν μπόρεσε νά συγχωρέσει ὅταν πληγώθηκε. Ὁ πόνος τῆς πληγῆς ἔκανε τόν ἄνθρωπο νά δεῖ ἀμυντικά τήν πορεία του στήν ζωή καί νά ὀχυρωθεῖ πίσω ἀπό τό μικρό προσωπικό συμφέρον καί νά γίνει ὁ ἴδιος τύραννος τῶν ἄλλων, διαιωνίζοντας τήν ἔλλειψη ἀγάπης καί τήν μή συγχωτητικότητα. Ὅμως ὅταν ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά συγχωρήσει εἶναι ἀνάπηρος γιατί δέν μπορεῖ νά ἀγαπήσει καί αὐτό εἶναι μία σοβαρή ἀναπηρία. Γιαυτό ὁ Κύριος στήν Κυριακή προσευχή ὅρισε νά προσευχώμεθα: «ἄφες ἠμῖν, ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν». Μάλιστα δέ πρόσθεσε: «ἐάν μή ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τά παραπτώματα αὐτῶν, οὐδέ ὁ πατήρ ἡμῶν ἀφήσει τά παραπτώματα ὑμῶν» (Μτθ. 6,15). Ἔχει μεγάλη σημασία, λοιπόν, ἡ διαχείρηση τοῦ πόνου. Ὁ πόνος μπορεῖ νά ὁδηγήσει στήν ἁγιότητα μπορεῖ ὅμως νά ὁδηγήσει στήν ἐν προφάσεις σκληροκαρδία καί τήν δαιμονοποίηση.

Ἡ προσπάθεια, μέ τήν βοήθεια τοῦ πνευματικοῦ, γιά τήν βίωση τῆς ἐν Χριστῶ ζωῆς πού περνᾶ ἀπό τήν ἁγία ταπείνωση, τήν ἐθελούσια «θυσία», τήν βαθειά μετάνοια, τήν διαρκή προσευχή, ἔχει ἕνα «ἔπαθλο»: τόν ἴδιο τόν Θεό! Ὅταν κάνουμε μέ συνέπεια μιά πνευματική πορεία ὁ Θεός σπεύδει νά μᾶς συναντήσει καλύπτοντας ὅλη τήν ἀπόσταση. Τότε μᾶς ἐπισκέπτεται ἡ χάρις. Ἡ ἀξία εἶναι ἀνυπολόγιστη. Ὅτι δέν ἀγοράζει τό χρῆμα τό προσελκύει ἡ «θυσία», ἡ ἐθελούσια ταπείνωση πού εἶναι ψελλισμός ἀγάπης στόν Θεό.

 Γνωρίζοντας ὅλα τά παραπάνω μποροῦμε νά βοηθήσουμε τούς ἀνθρώπους πού εἶναι ἐγκλωβισμένοι στόν λαθεμένο λογισμό. Αὐτό γίνεται μόνο μέ τήν προσευχή. Οἱ ἄνθρωποι στίς μέρες μας δέν εἶναι διατεθημένοι νά ἀκούσουν συμβουλές, ἐπειδή νομίζουν ὅτι τά ξέρουν ὅλα. Ὅμως ἡ προσευχή μας μπορεῖ νά φέρει τήν καλή ἀλλοίωση. Κατά τόν Ἅγιο Παΐσιο τόν Ἁγιορείτη ὁ Θεός σεβόμενος τό αὐτεξούσιο τοῦ ἀνθρώπου δέν παρεμβαίνει νά τόν ἀλλάξει, παρότι τοῦ δίνει διαρκῶς ἀφορμές νά μετανοήσει. Ὅταν ὅμως κάποιος προσευχηθεῖ γι αὐτόν, ὁ Θεός ἀλλοιώνει τήν ψυχή του. Εἶναι σημαντικό συνεπῶς νά προσευχόμαστε ὁ ἕνας γιά τόν ἄλλο, εἰδικά δέ γιά τούς ἀνθρώπους πού δέν γνώρισαν τήν λυτρωτική δύναμη τῆς βαθειᾶς ταπείνωσης καί τῆς ἀνιδιοτελοῦς ἀγάπης, τῆς ὁποίας ὁ Θεός νά μᾶς ἀξιώσει.  

Ἀρχιμανδρίτου Δωροθέου Τζεβελέκα

”ΔΙΗΓΗΣΟΜΑΙ ΠΑΝΤΑ ΤΑ ΘΑΥΜΑΣΙΑ ΣΟΥ”

ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ στά κυριακάτικα Εὐαγγέλια

Θεσσαλονίκη, 2015


Κυριακή Β' Λουκᾶ ''Κύριε θέλω ναμαι σάν ἐσένα''

 


 Κήρυγμα Μακαριστού Πατρός Δωροθέου την Κυριακή  Β' Λουκά
Θεσσαλονίκη Ι.Μ Αγίας Θεοδώρας

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ: Κυριακή 5 Οκτ 2025 - B΄ Λουκά

 

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (Β΄ Κορ. στ΄ 16 - 18, ζ΄ 1)

Αδελφοί, ὑμεῖς ναὸς Θεοῦ ἐστε ζῶντος, καθὼς εἶπεν ὁ Θεὸς ὅτι ἐνοικήσω ἐν αὐτοῖς καὶ ἐμπεριπατήσω, καὶ ἔσομαι αὐτῶν Θεός, καὶ αὐτοὶ ἔσονταί μοι λαός. Διὸ ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν καὶ ἀφορίσθητε, λέγει Κύριος, καὶ ἀκαθάρτου μὴ ἅπτεσθε, κἀγὼ εἰσδέξομαι ὑμᾶς, καὶ ἔσομαι ὑμῖν εἰς πατέρα καὶ ὑμεῖς ἔσεσθέ μοι εἰς υἱοὺς καὶ θυγατέρας, λέγει Κύριος παντοκράτωρ. Ταύτας οὖν ἔχοντες τὰς ἐπαγγελίας, ἀγαπητοί, καθαρίσωμεν ἑαυτοὺς ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος, ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ.

Μετάφραση

Αδελφοί, ἐσεῖς εἶστε ναός τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, ὅπως ὁ ἴδιος εἶπε: Θά κατοικήσω ἀνάμεσά τους καί θά πορεύομαι μαζί τους. Θά εἶμαι Θεός τους, κι αὐτοί θά εἶναι λαός μου. Γι΄ αὐτό λέει ὁ Κύριος: Φύγετε μακριά ἀπ΄ αὐτούς καί ξεχωρίστε. Μήν ἀγγίζετε ἀκάθαρτο πράγμα, κι ἐγώ θά σᾶς δεχτῶ. Θά εἶμαι γιά σᾶς ὁ πατέρας, κι ἐσεῖς θά εἶστε γιοί καί θυγατέρες μου, λέει ἀκόμα ὁ παντοκράτορας Κύριος. Ἀφοῦ λοιπόν, ἀγαπητοί μου, ἔχουμε αὐτές τίς ὑποσχέσεις, ἄς καθαρίσουμε τούς ἑαυτούς μας ἀπό καθετί πού μολύνει τό σῶμα καί τήν ψυχή. Ἄς ζήσουμε μία ἅγια ζωή μέ φόβο Θεοῦ.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ (Λουκ. στ΄ 31-36)

Εἶπεν ὁ Κύριος· Καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως. Καὶ εἰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἀγαπῶντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τοὺς ἀγαπῶντας αὐτοὺς ἀγαπῶσι. Καὶ ἐὰν ἀγαθοποιῆτε τοὺς ἀγαθοποιοῦντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τὸ αὐτὸ ποιοῦσι. Καὶ ἐὰν δανείζητε παρ' ὧν ἐλπίζετε ἀπολαβεῖν, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; καὶ γὰρ ἁμαρτωλοὶ ἁμαρτωλοῖς δανείζουσιν ἵνα ἀπολάβωσι τὰ ἴσα. Πλὴν ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν καὶ ἀγαθοποιεῖτε καὶ δανείζετε μηδὲν ἀπελπίζοντες, καὶ ἔσται ὁ μισθὸς ὑμῶν πολύς, καὶ ἔσεσθε υἱοὶ ὑψίστου, ὅτι αὐτὸς χρηστός ἐστιν ἐπὶ τοὺς ἀχαρίστους καὶ πονηρούς. Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστί.

Μετάφραση

Εἶπεν ὁ Κύριος: «Ὅπως θέλετε νά σᾶς συμπεριφέρονται οἱ ἄνθρωποι, ἔτσι ἀκριβῶς νά συμπεριφέρεστε κι ἐσεῖς σ΄ αὐτούς. Γιατί, ἄν ἀγαπᾶτε αὐτούς πού σᾶς ἀγαποῦν, ποιά εὔνοια περιμένετε ἀπό τό Θεό; Ἀφοῦ καί οἱ ἁμαρτωλοί ἀγαποῦν αὐτούς πού τούς ἀγαποῦν. Κι ἄν κάνετε καλό σ΄ αὐτούς πού σᾶς κάνουν καλό, ποιά εὔνοια περιμένετε ἀπό τό Θεό; Καί οἱ ἁμαρτωλοί τό ἴδιο κάνουν. Ἄν δανείζετε σ΄ ὅσους ἐλπίζετε νά σᾶς τά ἐπιστρέψουν, ποιά εὔνοια περιμένετε ἀπό τό Θεό; Καί οἱ ἁμαρτωλοί δανείζουν στούς ὁμοίους τους γιά νά τά πάρουν πίσω.  Ἀντίθετα, ἐσεῖς ν΄ ἀγαπᾶτε τούς ἐχθρούς σας, νά κάνετε τό καλό καί νά δανείζετε, χωρίς νά περιμένετε νά πάρετε πίσω τίποτα. Ἔτσι, ὁ Θεός, πού εἶναι καλός ἀκόμα καί μέ τούς ἀχάριστους καί τούς κακούς, θά σᾶς ἀνταμείψει μέ τό παραπάνω καί θά σᾶς κάνει παιδιά του. Νά εἶστε λοιπόν σπλαχνικοί, ὅπως σπλαχνικός εἶναι κι ὁ Θεός Πατέρας σας».

ΤΟ ΕΊΔΑΜΕ ΕΔΩ