Λίγο-Πολύ ὅλοι ἔχουμε ανθρώπους πού ἔφυγαν ἀπό τή ζωή. Πρέπει ὁ συγγενικός πόνος νά γίνει γενικός γιά τήν ἐκκλησία τοῦ ἄλλου κόσμου. Δέν εἶναι μόνο ἡ θριαμβεύουσα στόν οὐρανό, ἀλλά εἶναι ἀδελφοί μας, εἶναι ψυχές πού ὁ Χριστός σταυρώθηκε. Εἶναι μεγάλη ἐλεημοσύνη νά κάνουμε γι' αὐτούς τούς ἀνθρώπους, εἰ δυνατόν καί κάθε μέρα νά σταλάζουμε κι ἕνα δάκρυ. Γι' αὐτούς τούς ἀνθρώπους, ὁ πόνος τους, ἡ δυστυχία τους, νά γίνουν δικός μας πόνος, δική μας ἀνησυχία καί νά λέμε: Τί θά γίνουν αὐτοί οἱ ἄνθρωποι; ἔτσι θά πᾶνε στήν αἰώνια κόλαση;
Καί κανέναν νά μή βγάλουμε μέ τίς προσευχές μας, ὁ Θεός γι΄αυτή τή μεγάλη μας ἐλεημοσύνη θά μᾶς ἐλεήση, θά μᾶς βοηθήση νά ἀπαλλαγοῦμε ἐμεῖς ἀπό τήν κόλαση.
*
Σέ ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ, ἔδειξε ὁ Θεός ποῦ εἶναι αὐτές οἱ ψυχές. Τίς ἔχουν ἐπισκεφθεῖ καί τίς ἔχουν γνωρίσει καί ζητοῦν βοήθεια καί μέ τό βλέμμα τους ἀκόμη πού εἶναι πάρα πολύ ἱκετευτικό, ἀλλά ποιός μπορεῖ νά τούς βοηθήσει; Βέβαια ἡ θριαμβεύουσα Ἐκκλησία τῶν Ἁγίων καί τῶν δικαίων προσεύχονται, ἀλλά καί μεῖς οἱ ταλαίπωροι ἄνθρωποι, πού δέν ἔχουμε ἀκόμη πάει ἐκεῖ, ὀφείλουμε νά τό κάνουμε αὐτό.
*
Ὁ Μέγας Μακάριος, ὁ ἀσκητής ὁ μεγάλος, μέ τά μεγάλα θαύματα καί μέ τή μεγάλη παρρησία στό Θεό, περπατοῦσε μιά μέρα στήν ἔρημο. Καί ἐκεῖ μπροστά του, συνάντησε μιά νεκροκεφαλή καί τή χτύπησε μέ τό ραβδάκι του καί λέει:
-Ποιός ἥσουν ἐσύ, ὅταν ἤσουν στή ζωή;
Κί ἀκούγεται φωνή ἀπό τό κρανίο:
-Ἐγώ ἦμουν ἱερεύς τῶν εἰδώλων, ἐσύ εἶσαι ὁ Μακάριος, ὁ ἅγιος τοῦ Θεοῦ, πού οἱ προσευχές σου φτάνουν μέχρις ἡμῶν τῶν ἀπίστων.
-Καί τί ὠφέλεια ἔχετε ἐσεῖς οἱ εἰδωλολάτρες, οἱ ἄπιστοι ἀπό τίς προσευχές ἡμῶν τῶν Ὀρθοδόξων;
-Πῶς δέν ὠφελούμεθα, ὠφελούμεθα ὅταν προσεύχεστε γιά ὅλο τόν κόσμο, γιά ὅλες τίς ψυχές, παίρνουμε καί ἐμεῖς λίγη ὠφέλεια. Ἡ ὠφέλεια εἶναι νά ἔρχεται λίγο φῶς καί σέ μᾶς, ἐκεῖ κάτω στό σκότος καί στήν κόλαση καί βλέπουμε μέ λίγο φῶς, ὁ ἕνας τά ὀπίσθια τοῦ ἄλλου καί πληροφορούμεθα ὅτι δέν εἴμεθα ὁ καθένας μόνος του ἀλλά εἴμεθα πάρα πολλοί καί αυτό εῖναι μία παρηγοριά.
-Παρηγοριά νά δῆ ὁ ἔνας τόν ἄλλο καί ὅτι δέν εἴσαστε μόνοι ἀλλά πολλοί; Αὐτό εἶναι παρηγοριά;
-Ναί, για μᾶς εἶναι παρηγοριά, πού νιώθουμε στήν κόλαση τῆς μοναξιᾶς, πέρα ἀπ' ὅλα τ' ἄλλα τῆς κολάσεως.
Καί τό χτύπησε πάλι τό ραβδάκι του στενοχωρημένος καί λέει μέσα του: "γιά σκέψου! παρηγοριά εῖναι αὐτό τό πρᾶγμα;".
ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ ΑΠΟ: ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΕΦΡΑΙΜ ΦΙΛΟΘΕΙΤΟΥ
ΠΑΡΑΙΝΕΣΕΙΣ ΠΑΤΡΙΚΕΣ
Γιά θλίψεις, δοκιμασίες, πειρασμούς καί τήν ἀντιμετώπισή τους
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ
*
Μα ηξεύρεις πόσον ζητούν βοήθειαν οι κοιμηθέντες! Επειδή μετά θάνατον δεν υπάρχει μετάνοια και ως άνθρωποι και αυτοί έφυγαν με κηλίδας και μώμους και βλέπουν ότι η βοήθεια των ζώντων πολύ συνεργεί εις το να τελειοποιηθούν και ησυχάσουν, ποθούν, ζητούν, νοσταλγούν να τους μνημονεύη κανείς, ποθούν επίσης από το γένος των να ευρεθή κανένας παπάς ή ενάρετος χριστιανός, που να μεριμνήση και δι΄ αυτούς.
Θα σου γράψω μίαν οπτασίαν ενός επισκόπου, που είδεν, και την οποίαν ήκουσα από το στόμα του επισκόπου, που συλλειτούργησα προ ετών.
Μας λέγει ότι ήτο ένας παπάς, που τον είχε νικήσει το κρασί και συχνά εμεθούσε, εργασία ετών, κατά τα άλλα ήτο ενάρετος και ευλαβής. Μίαν των ημερών κατά την συνήθειαν ήπιε κρασί και εμέθυσε και κατόπιν πριν ξεμεθύση καλά, επήγε και ελειτούργησε και κατά παραχώρησιν Θεού του έπεσε το άγιον Σώμα και Αίμα του Κυρίου!
Ο καημένος επάγωσε από τον φόβον του, συνάμα δε εσκέπτετο και τον μεγάλον κανόνα του επισκόπου του! Τέλος αφού εξωμολογήθη, του λέγει ο επίσκοπος, «Πήγαινε, και θα σε ειδοποιήσω να έλθης και θα σου δώσω τον κανόνα».
Εκεί λοιπόν που εσκέπτετο ο επίσκοπος και διελογίζετο και έλαβε εις το χέρι του την πέννα να γράψη την καθαίρεσιν της ιερωσύνης, ευρισκόμενος μόνος του, βλέπει εμπρός του να εκτυλίσσεται σαν ταινία κινηματογραφική, ένα άπειρον πλήθος κόσμου, παντός είδους, ηλικίας και τάξεως, ο επίσκοπος έμεινεν έκθαμβος από το πράγμα, αλλά συνάμα και από φόβον.
Τότε του λέγουν όλοι μαζί οι άνθρωποι αυτοί: «Σεβασμιώτατε μη κανονίσετε τον παπά, μη τον καθαιρήτε», κατόπιν ολίγον κατ΄ ολίγον έγιναν άφαντοι. Φωνάζει ο επίσκοπος τον παπά να έλθη, έμφοβος ο καημένος ο παπάς εσκέπτετο την καθαίρεσίν του.
Του λέγει ο επίσκοπος: «Δεν μου λέγεις, μνημονεύεις πολλά ονόματα εις την λειτουργίαν;» Ο παπάς απαντά: «Εις την προσκομιδήν, δέσποτα, πολλήν ώραν μνημονεύω από βασιλείς, αυτοκράτορας μέχρι και τον πλέον φτωχόν».
Ο επίσκοπος του λέγει: «Πήγαινε λοιπόν, και όταν λειτουργής μνημόνευε όσον ημπορείς και πρόσεχε του λοιπού μη μεθύσης, είσαι συγχωρημένος». Κατόπιν και ο παπάς με την βοήθειαν του Θεού ελυτρώθη από την μέθην.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου