ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΛΟΥΚΑ
μελέτη στό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα
«Ποία
ὑμῖν χάρις ἐστί;» Ὁ Κύριος βεβαιώνει ὅτι ἄν ἀγαπᾶς μέ ἰδιοτέλεια ἤ ἀγαθοποιεῖς στούς
ἀγαθοποιοῦντες σε ἤ δανείζεις γιά νά πάρεις πίσω, δέν ἔχεις «χάρι». Ἡ χάρις ἔρχεται
μέ τήν ὑπέρβαση τοῦ προσωπικοῦ ὠφέλους. Ὁ μισθός εἶναι πολύς: γίνεσαι υἱός τοῦ Ὑψίστου.
Ὁ
Ἅγιος Σεραφείμ τοῦ Σαρώφ ἔλεγε ὅτι ὁ σκοπός τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρὠπου εἶναι ἡ προσέλκυση
τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ πνευματική, καί ὄχι μόνο, ζωή ἀποσκοπεῖ στήν ἔλευση τῆς
χάριτος, τήν γεύση τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ. Ἡ ὀρθόδοξη ἄσκηση, ἡ προσευχή, ἡ ταπείνωση,
ἡ μετάνοια εἶναι ἡ ὁδός προκειμένου νά μᾶς ἐπισκευθεῖ ἡ χάρις πού ἀλλοιώνει τόν
ἄνθρωπο καί τόν καθιστᾶ δοχεῖο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτή ἡ καλή ἀλλοίωση πού ὁ Ἅγιος
Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης ὀνόμαζε τό «νά ζεῖς καταστάσεις» δέν ἔρχεται παρά μέ τήν ὑπέρβαση
τοῦ ἐγωκεντρικότητας καί τήν κίνηση, τό ἅπλωμα πρός τούς ἄλλους. Ἐξωτερικά
φαίνεται σάν θυσία, στήν οὐσία ὅμως εἶναι ἡ κατά φύση ζωή. Ἡ ἀτομικότητα εἶναι ἡ
παρά φύση ζωή. Ἡ ἀγάπη εἶναι συνώνυμη τῆς θυσίας.
Ὁ
Ἀπόστολος Παῦλος γράφει στους Κολασσαεῖς ὅτι ὅταν εὑρίσκοντο ἐκτός Ἐκκλησίας, ἀγόμενοι
ἀπό τό κοσμικό πνεῦμα ἦσαν «ἀπαλλοτριωμένοι» (Κολ. 1,21). Ἡ ζωή χωρίς τήν χάρη
τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ἀλλοτρίωση! Ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι ὁ ἑαυτός του, εἶναι
«ἄλλος». Εἶναι ξένος τοῦ ἑαυτοῦ του. Γιά τόν λόγο αὐτό ὁ ἄσωτος υἱός στή ὁμώνυμη
παραβολή ἐκινήθη πρός τόν Πατέρα ὅταν «ἦλθε εἰς ἑαυτόν». Ὁ ἄνθρωπος γίνεται ὁ ἑαυτός
του ὅταν στρέφεται στόν Θεό. Ἡ κίνηση γύρω ἀπό τό ἀτομικό ψεύτικο συμφέρον εἶναι
πλάνη. Τό ἀληθινό συμφέρον εἶναι ἡ ἀνιδιοτελής ἀγάπη πού ἐλευθερώνει. Ἡ πορεία
μέσα σέ ἕνα πλέγμα μικροσυμφέροντος εἶναι καταδυνάστευση καί δέν προσφέρει
λύτρωση. Ἡ κίνηση πρός τόν Θεό, πού εἶναι ἀγάπη, ἐπαναφέρει τόν ἄνθρωπο στόν
λόγο γιά τόν ὁποῖο πλάσθηκε καί δίνει σκοπό στήν ζωή του. Διαφορετικά ἡ ζωή εἶναι
ἀνούσια ὅταν ἀποσκοπεῖ στήν ἐξυπηρέτηση προσωπικῶν προτεταιοτήτων καί γίνεται
πηγή δυστυχίας. Τίποτε δέν ἱκανοποιεῖ τόν ἄνθρωπο, ἐπειδή ἀπό ἔνστικτο ποθεῖ
μίαν ἄλλη ζωή: τήν ἐν Χριστῶ ζωή.
Ὁ
Ἁπ. Παῦλος στίς ἐπιστολές του ἀναφέρεται ἐπίσης στήν θεολογία τῆς υἱοθεσίας. Ὁ
Θεός μᾶς κατέστησε υἱούς καί κληρονόμους τῆς βασιλείας του. Γιά τόν λόγο αὐτό
συμβουλεύει: «ὡς τέκνα φωτός περιπατεῖτε» (Ἐφ. 5,8). Ὁ χριστιανός ἔχει μιά ἀγάπη
«ἀρχοντική» κατά τόν Ἅγιο Παΐσιο. Ἡ ἀρχοντιά ἔγκειται στό ὅτι δέν τόν πειράζει
νά τοῦ παίρνουν ἀκόμη καί ὅτι λογίζεται δικό του, δεδομένου ὅτι «ἡ ἀγάπη οὐ
ζητεῖ τά ἑαυτῆς». Οἱ ἄνθρωποι πού γνώρισαν τόν Θεό εἶναι οἱ «πτωχοί τούς ἄλλους
πλουτίζοντες, μηδέν ἔχοντες καί τά πάντα κατέχοντες» (Β΄ Κορ. 6,10).
Προκειμένου
νά ἀρθεῖ ὁ ἄνθρωπος σέ αὐτό τό ὕψος ὠφείλει νά ἀσκηθεῖ. Συνήθως ὁ ἄνθρωπος εἶναι
ἐγκλωβισμένος στό στενό ἀτομικό συμφέρον καί τόν λαθεμένο λογισμό, ἐπειδή δέν
μπόρεσε νά συγχωρέσει ὅταν πληγώθηκε. Ὁ πόνος τῆς πληγῆς ἔκανε τόν ἄνθρωπο νά
δεῖ ἀμυντικά τήν πορεία του στήν ζωή καί νά ὀχυρωθεῖ πίσω ἀπό τό μικρό
προσωπικό συμφέρον καί νά γίνει ὁ ἴδιος τύραννος τῶν ἄλλων, διαιωνίζοντας τήν ἔλλειψη
ἀγάπης καί τήν μή συγχωτητικότητα. Ὅμως ὅταν ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά
συγχωρήσει εἶναι ἀνάπηρος γιατί δέν μπορεῖ νά ἀγαπήσει καί αὐτό εἶναι μία
σοβαρή ἀναπηρία. Γιαυτό ὁ Κύριος στήν Κυριακή προσευχή ὅρισε νά προσευχώμεθα: «ἄφες
ἠμῖν, ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν». Μάλιστα δέ πρόσθεσε: «ἐάν μή ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις
τά παραπτώματα αὐτῶν, οὐδέ ὁ πατήρ ἡμῶν ἀφήσει τά παραπτώματα ὑμῶν» (Μτθ.
6,15). Ἔχει μεγάλη σημασία, λοιπόν, ἡ διαχείρηση τοῦ πόνου. Ὁ πόνος μπορεῖ νά ὁδηγήσει
στήν ἁγιότητα μπορεῖ ὅμως νά ὁδηγήσει στήν ἐν προφάσεις σκληροκαρδία καί τήν
δαιμονοποίηση.
Ἡ
προσπάθεια, μέ τήν βοήθεια τοῦ πνευματικοῦ, γιά τήν βίωση τῆς ἐν Χριστῶ ζωῆς
πού περνᾶ ἀπό τήν ἁγία ταπείνωση, τήν ἐθελούσια «θυσία», τήν βαθειά μετάνοια,
τήν διαρκή προσευχή, ἔχει ἕνα «ἔπαθλο»: τόν ἴδιο τόν Θεό! Ὅταν κάνουμε μέ
συνέπεια μιά πνευματική πορεία ὁ Θεός σπεύδει νά μᾶς συναντήσει καλύπτοντας ὅλη
τήν ἀπόσταση. Τότε μᾶς ἐπισκέπτεται ἡ χάρις. Ἡ ἀξία εἶναι ἀνυπολόγιστη. Ὅτι δέν
ἀγοράζει τό χρῆμα τό προσελκύει ἡ «θυσία», ἡ ἐθελούσια ταπείνωση πού εἶναι
ψελλισμός ἀγάπης στόν Θεό.
Γνωρίζοντας ὅλα τά παραπάνω μποροῦμε νά
βοηθήσουμε τούς ἀνθρώπους πού εἶναι ἐγκλωβισμένοι στόν λαθεμένο λογισμό. Αὐτό
γίνεται μόνο μέ τήν προσευχή. Οἱ ἄνθρωποι στίς μέρες μας δέν εἶναι διατεθημένοι
νά ἀκούσουν συμβουλές, ἐπειδή νομίζουν ὅτι τά ξέρουν ὅλα. Ὅμως ἡ προσευχή μας
μπορεῖ νά φέρει τήν καλή ἀλλοίωση. Κατά τόν Ἅγιο Παΐσιο τόν Ἁγιορείτη ὁ Θεός
σεβόμενος τό αὐτεξούσιο τοῦ ἀνθρώπου δέν παρεμβαίνει νά τόν ἀλλάξει, παρότι τοῦ
δίνει διαρκῶς ἀφορμές νά μετανοήσει. Ὅταν ὅμως κάποιος προσευχηθεῖ γι αὐτόν, ὁ
Θεός ἀλλοιώνει τήν ψυχή του. Εἶναι σημαντικό συνεπῶς νά προσευχόμαστε ὁ ἕνας
γιά τόν ἄλλο, εἰδικά δέ γιά τούς ἀνθρώπους πού δέν γνώρισαν τήν λυτρωτική
δύναμη τῆς βαθειᾶς ταπείνωσης καί τῆς ἀνιδιοτελοῦς ἀγάπης, τῆς ὁποίας ὁ Θεός νά
μᾶς ἀξιώσει.
Ἀρχιμανδρίτου
Δωροθέου Τζεβελέκα
”ΔΙΗΓΗΣΟΜΑΙ ΠΑΝΤΑ ΤΑ ΘΑΥΜΑΣΙΑ ΣΟΥ”
ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ στά κυριακάτικα Εὐαγγέλια
Θεσσαλονίκη, 2015