Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με.
Όπως το πυρακτωμένο σίδηρο γίνεται απλησίαστο, έτσι γίνεται και η ψυχή του έχοντος την ευχή του Χριστού. Οι δαίμονες δεν την πλησιάζουν. Πώς να την εγγίσουν; Εάν την εγγίσουν θα καούν από το θεϊκό πύρ που περικλείει μέσα το θείον όνομα. (1)
-«Ο θεός, παιδί μου, είναι αγάπη. Και από αγάπη κινούμενος, θέλων να μεταδώση τον πλούτον
Βλέπεις δηλαδή˙ όλη η έφεσις της ψυχής σου να στρέψη εις Αυτόν, να μην μοιραστή η αγάπη σου σε γονείς, σε τέκνα, σε ύλην τινά, αλλά όλος εξ όλοκλήρου να στρέψης εις Αυτόν και να φωνάζεις˙ «Ιησού μου, η γλυκειά πνοή μου, το φως της ζωής μου, η μόνη αγάπη μου, η μόνη λατρεία μου, σε λατρεύρω, αγάπησόν με, δείξον μοι τον έρωτα της αγάπης σου,να σου αποδώσω “τα σα εκ των σων”. Μητέρα γλυκειά του Χριστού και ιδική μου, οδήγησον με προς τον Υιό σου, όπου εγέννησας και βαστάζεις, όπου βαστάζει τα πάντα».
Τοιάυτα λέγων και πολλά άλλα, όπου κινούν την αγάπην, είναι αδύνατον εντός ολίγου να μην γευθής του Χριστού την αγάπην, όπου τα εντός σου, η καρδία σου θα φτερουγίζη, φλεγόμενη απ’ του Χριστού την θερμήν αγάπη.
Τότε ανοιχθήσονται σου οι οφθαλμοί της ψυχής και θα φύγη η ζάλη των παθών σου. Αλλά και πάλιν δεν θα πάυσουν οι πειρασμοί και οι συνεχείς θλίψεις.
Διότι μόλις η Χάρις υποχωρεί προς δοκιμασίαν,τα πάθη αρχίζουν και οι πειρασμοί. Αλλά και πάλιν βία, πάλιν αρχή, πάλιν φωνείς, «σώσον με Κύριε», πάλιν την γλυκειά μας Μανούλα, πάλιν κυλίου στον κόλπον της ωσάν βρέφος ψελλίζον. Και ούτος ολίγον ολίγον θα φωτισθής.
Βιάζου, μην ξεχνάς την ευχή, διότι σου βοηθεί πολύ εν καιρώ πειρασμού.» (2)
------
Η πράξη (Ορθόδοξη άσκηση) προηγείται της θεωρίας. Πράξη ονομάζουμε όσα τελούνται δια του σώματος και θεωρία όσα εργάζεται νοερώς η διάνοια. Αδύνατον χωρίς πράξη να ένα έρθει η θεωρία.
Αγωνίσου λοιπόν εις όσα η πράξη ζητεί, και τα υψηλότερα θα έρθουν μόνα τους! (2)
------
«Γλυκύτατέ μου Σωτήρα και Θεέ, εγώ μεν ουδέν αγαθόν έπραξα και ευαρεστον ενώπιόν Σου, αλλά ως επιμελής εργάτης της αμαρτίας, είμαι άξιος της κολάσεως. Λοιπόν, εαν και κολασθώ, δικαίως μου πρέπει. Αρκεί μόνον εσύ να μην είσαι κατ’ εμού λυπημένος, αλλά να με κοιτάζεις με χαρούμενον πρόσωπον˙ και τότε δι’ εμέ και ο άδης θα γίνει φωτεινός Παράδεισος!» (2)
------
Η Παναγία μας παντού προλαβαίνει, και όποιος μετά θερμότητος την φωνάζει, του δίδει πλουσίως την Χάρη της. Είναι μεσίτης εις όλους, ότι ηξιώθει να γεννήσει τον Κύριον, να γίνει Μητέρα Θεού. Τον βαστάζει εις την αγκάλην Της και διαρκώς Τον Παρακαλεί.
Και εμείς οι αμαρτωλοί, διότι δεν έχομεν παρρησίαν να προστρέξωμεν εις τον Θεόν ευθύς εξαρχής, φωνάζομεν την Μανούλα Του, ότι Αυτή μας αναγεννά, Αυτή μεσιτεύει, Αυτή μας προστατεύει εις όλας τας θλίψεις μας. Είναι προστάτης και βοηθός, είναι πασών των Αγγέλων τιμιωτέρα και εδοξοτέρα, φέρουσα τα δευτερεία της Αγίας Τριάδος. Μα είναι, και τόσον καλή, τόσο γλυκειά, όπου σε κάθε στιγμή θέλεις να την ασπάζεσαι, και αντλείς παρήγορον Χάριν.
Όσο περισσότερρον αγαπάς, τόσον περισσότερον αγαπάσαι…. (2)
---------
“Γίνου λοιπόν ένα παιδάκι μικρόν, με την παιδικήν του απλότητα, και ρίξου στους πόδας της γλυκιάς σου Μανούλας, της Παναχράντου Μητρός Του, όπου βαστάζει ως βρέφος μικρόν, τον Μέγαν Θεόν.
Και κλάψε και φώναζε με αγάπη πολλήν:
«Γλυκιά μου Μανούλα, βοήθησέ με, οδήγησέ με πως να σωθώ! Μεσίτευσε, Μάνα μου, εις τον Υιόν σου να με οδηγήσει πως να σωθώ. Τι είναι το θέλημά Του να κάνω, και τι από Αυτόν να ζητώ. Να μου ανοίξει τους οφθαλμούς της ψυχής, όπου είναι κλειστοί και δεν Τον βλέπω, όταν εκείνος με βλέπει εις κάθε στιγμή, αλλά συνεχώς των λυπώ.»”. (2)
(1): (Γέρων Ιωσήφ ο Ησυχαστής, έργον Ι. Μ. Καρακάλλου Αγίου Όρους)
(2): Από το Βιβλίο «Επιστολές και ποιήματα» του Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου