Εἰκόνα τοῦ «Ῥωμαίικου Ὁδοιπορικοῦ»
Τοῦ παπα-Γιώργη Δ. Μεταλληνοῦ
Στήν ἁγία μνήμη τοῦ Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου καί Κολλυβᾶ (†14/7/1809) ἀφιερώνεται αὐτό τό σημείωμα. Ἡ ἐμφάνιση τῶν Κολλυβάδων τόν 18ο αἰώνα στόν ἁγιορειτικό, καί εὐρύτερα στόν ἑλλαδικό χῶρο σημειώνει μία δυναμική ἐπιστροφή στίς ρίζες τῆς ὀρθόδοξης παράδοσης, στήν ὀρθόδοξη πνευματικότητα. Τό «κίνημά» τους,
ὅπως ὀνομάσθηκε, ἦταν ἀναγεννητικό, ὡς παραδοσιακό καί προοδευτικό, ὡς πατερικό μέ μία λέξη: γνήσια ὀρθόδοξο. Στόν δύσκολο γιά τήν ἐθνική μας Ἱστορία 18ο αἰώνα θέλησαν οἱ Κολλυβάδες νά ἀντιτάξουν στό ρεῦμα τοῦ ἄθεου διαφωτισμοῦ τή μυστική ἐμπειρία τῆς Ὀρθοδοξίας, τῆς μόνης πού σώζει τόν ἄνθρωπο. Μία ὁμάδα μοναχῶν, πού ζεῖ μέσα στήν ἀποστολική καί στήν πατερική παράδοση τῆς νοερᾶς προσευχῆς, παίρνει τήν ἀφορμή ἀπό κάποιο συγκεκριμένο γεγονός (τήν τέλεση τῶν μνημοσύνων τό Σάββατο), ὄχι χωρίς θεολογικές προεκτάσεις, γιά νά φωτίσει τή σωστή πορεία τῆς Ἐκκλησίας.
Ἄλλη ἀφορμή δόθηκε μέ τή δημοσίευση τό 1777 ἑνός βιβλίου, πού μιλοῦσε γιά τήν ἀνάγκη...
«περί συνεχοῦς θείας μεταλήψεως» καί προερχόταν ἀπό τόν κύκλο τῶν Κολλυβάδων. Τό βιβλίο καταδικάσθηκε ἀπό τό Πατριαρχεῖο (1785), γιατί δῆθεν δημιουργοῦσε σκάνδαλο καί διχόνοιες.
Ἀργότερα, ὅμως, τό ἴδιο τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο ἦρε τήν καταδίκη. Τά ἴδια πρόσωπα, πού ὑποστήριζαν τήν τέλεση τῶν μνημοσύνων κατά τό Σάββατο (ἀπό τά «κόλλυβα» τῶν μνημοσύνων τούς ὀνόμασαν χλευαστικά οἱ ἀντίπαλοί τους τούς Κολλυβάδες), ὑποστήριζαν καί τή συχνή θεία μετάληψη, ἀντιτάσσοντας τήν ἀρχαία -καί ἐδῶ- ἐκκλησιαστική πράξη στήν ἐπηρεασμένη ἀπό τή Δύση συνήθεια τῶν ὀρθοδόξων νά κοινωνοῦν μερικές φορές τόν χρόνο. Οἱ Κολλυβάδες εἶχαν ὡς κέντρο τῆς ζωῆς τους τήν πατερική παράδοση, πού εἶναι ἡ γνήσια παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Κατηγορήθηκαν ὡς «καινοτόμοι», ἀλλά ἡ «καινοτομία» τους δέν ἦταν παρά μία προσπάθεια ἐπιστροφῆς στή γνησιότητα καί κάθαρσης τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς ἀπό κάθε ξένο στοιχεῖο, πού νόθευε τήν ἀλήθειά της.
Ὁ χῶρος στόν ὁποῖο περισσότερο ἐντοπίσθηκε ὁ ἀγώνας τῶν Κολλυβάδων ἦταν ἡ λατρεία. Συνιστοῦσαν τή συχνή συμμετοχή τῶν πιστῶν, ἔπειτα ἀπό συνεχῆ πνευματικό ἀγώνα καί προετοιμασία, στό μυστήριο τῆς θείας εὐχαριστίας, τήν αὐστηρή τήρηση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ τυπικοῦ, πού ἐξασφαλίζει πνευματική ἰσορροπία, καί τή μελέτη τῶν πατερικῶν ἔργων, μέ τήν ὁποία ἐξασφαλίζεται ἡ συνέχεια τοῦ πατερικοῦ φρονήματος. Οἱ ἀντίπαλοί τους Ἀντικολλυβάδες τούς πολέμησαν ὅσο πιό σκληρά μποροῦσαν, γιατί ἦσαν ξένοι πρός τό πνεῦμα τους καί ἐξέφραζαν παράδοση νοθευμένη, πού ἔβλεπε τήν προσπάθεια τῶν Κολλυβάδων ὡς ἐπικίνδυνη «καινοτομία».
Σημασία ἔχει, ὅμως, ὅτι οἱ λίγοι Κολλυβάδες, πού ἀναμείχθηκαν φανερά στήν ἔριδα καί ἔμειναν γνωστοί στήν ἱστορία, ἄφησαν νά φανεῖ ὅτι στό Ἅγιον Ὅρος, τό προπύργιο καί τήν ἱερά κιβωτό τῆς Ὀρθοδοξίας στούς αἰῶνες, δέν εἶχε χαθεῖ ἡ πατερική-παραδοσιακή γραμμή, τήν ὁποία ἕνας ἀρκετά μεγάλος ἀριθμός μοναχῶν, πού τάχθηκε ἀμέσως στό πλευρό τους, τήν ἀκολουθοῦσε. Σέ αὐτούς ἀνήκει ἡ τιμή ὅτι κράτησαν τήν πατερική συνέχεια στήν Ἐκκλησία μας, τή νοερά προσευχή καί τόν ἡσυχασμό, τήν ἄσκηση καί τήν ἐμπειρία, πού συνιστοῦν τήν ταυτότητα τῆς Ὀρθοδοξίας στούς αἰῶνες. Σ’ ὅλους αὐτούς ἀνήκει αὐτή ἡ τιμή, καί προπάντων στούς πρωταγωνιστές τοῦ πνευματικοῦ αὐτοῦ ἀγώνα, οἱ ὁποῖοι εἶναι:
α) Ὁ Ἅγιος Μακάριος (Νοταρᾶς). Γόνος γνωστῆς βυζαντινῆς οἰκογένειας (1731-1805), γεννημένος στήν Κόρινθο, καί Μητροπολίτης Κορινθίας (1765-1769). Εἶναι ὁ «ἐμψυχωτής» τοῦ κινήματος.
β) Ὁ Ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης (1749-1809), πού ἀνακηρύχθηκε ἐπίσημα Ἅγιος τό 1955. Ἦταν ὁ «θεολόγος» τοῦ κινήματος τῶν Κολλυβάδων. Ἀνάστημα πατερικό, μεγάλος ἀσκητής-ἡσυχαστής καί δοκιμότατος συγγραφέας, πού ἄφησε περί τά 100 ὀγκώδη συγγράμματα, στά ὁποῖα ἀναχωνεύεται ὁλόκληρη ἡ ἁγιοπατερική σοφία, ὥστε νά μποροῦμε ἀνεπιφύλακτα νά ποῦμε ὅτι ὅποιος διαβάζει τά ἔργα τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου εἶναι σάν νά ἔχει μελετήσει ὁλόκληρη τήν πατερική παράδοσή μας. Δέν θεωρῶ, ἔτσι, περιττό νά πῶ, καί ἀπό τή θέση αὐτή, ὅτι σέ ὅσους δέν ἔχουν ἄλλες προϋποθέσεις, γιά νά μπορέσουν νά μελετήσουν τούς ἴδιους τούς ἀρχαίους ἐκκλησιαστικούς Πατέρες, συνιστῶ τά ἔργα τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου, τά ὁποία βοήθησαν καί τόν Ἑλληνισμό τῆς Τουρκοκρατίας νά γνωρίσει τήν ἡσυχαστική παράδοσή του. Ἰδιαίτερα τό «Συμβουλευτικόν Ἐγχειρίδιόν» του εἶναι τό ἀντιπροσωπευτικότερο νεότερο ἔργο γιά τήν ὀρθόδοξη πνευματικότητα.
γ) Ὁ Ἀθανάσιος ὁ Πάριος (1722-1813), ὁ μαχητικότερος ἀπό τούς Κολλυβάδες ἀλλά καί μαρτυρικότερος, Ἅγιος καί αὐτός (1995) τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἀνάμεσα στά χρόνια 1776-1781 ἔμεινε καθηρημένος ὡς αἱρετικός γιά τήν ἀνάμειξή του στό κίνημα. Πολέμησε μέ ἱερό πάθος τόν βολταιρισμό καί τόν ἀθεϊσμό καί κατηγορήθηκε ὡς σκοταδιστής, γιατί συνιστοῦσε στούς γονεῖς νά μή στέλνουν τά παιδιά τους, πού θά γίνονταν ἱερεῖς, νά σπουδάζουν στή Δύση. Αὐτός, ὅμως, δέν πολεμοῦσε τήν παιδεία, πού ὅταν εἶναι σωστή, ὁδηγεῖ στήν Ὀρθοδοξία, ἀλλά τά ἄθεα γράμματα καί τήν ἔπαρση τῆς κοσμικῆς σοφίας, πού θυσιάζει τή θεία ἀλήθεια στόν Μολώχ τῆς δῆθεν παντοδυναμίας τοῦ ἀνθρώπινου λογικοῦ. Αὐτοί πρωτοστάτησαν στόν ἀγώνα. Καί μόνο τό γεγονός πώς εἶναι ἀναγνωρισμένοι Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας ἀποδεικνύει τήν ἀπήχηση καί τήν ἐκ τῶν ὑστέρων καταξίωση τοῦ ἀγώνα τους στή συνείδηση τοῦ ὀρθόδοξου πληρώματος.
Οἱ Κολλυβάδες ἄσκησαν μεγάλη ἐπίδραση στήν ἐποχή τους ἀλλά καί στίς μεταγενέστερες γενεές. Ὁ ἱστορικός Σέργιος Μακραῖος, ὁ Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης καί ὁ Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης εἶναι ἄμεσα ἐπηρεασμένοι ἀπό τούς Κολλυβάδες. Ἡ ἀναβίωση τῆς ἁγιοπατερικῆς ὀρθόδοξης πνευματικότητας ὀφείλεται σ’ αὐτούς. Ἀκόμη καί οἱ ἄλλες ὀρθόδοξες χῶρες (Ρωσία, Ρουμανία κ.λπ.), ἄμεσα ἤ ἔμμεσα, δέχθηκαν τήν εὐεργετική ἐπίδραση τῶν Κολλυβάδων, ὅπως φαίνεται στήν ἀναγέννηση τοῦ ἡσυχασμοῦ καί στίς χῶρες αὐτές. Οἱ Κολλυβάδες γίνονται καί σήμερα πνευματικοί ὁδηγοί μας γιά τήν ἐπανεύρεση καί τή σωστή συνέχιση τῆς ἑλληνορθόδοξης πορείας μας.
Ἐφημερίδα «Ὀρθόδοξη Ἀλήθεια»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου